Το 10% των ασθενών σε κάθε χρονική περίοδο, απορροφούν το 70% του κόστους των συστημάτων υγείας και το 1% των ασθενών απορροφούν το 30% του κόστους. Οι τελευταίοι μπορούν να επισκεφθούν μέχρι και 25 διαφορετικούς λειτουργούς υγείας μέσα σε ένα χρόνο.
Στην Ελλάδα το 65% του συνολικού κόστους του συστήματος υγείας αφορά μισθούς και το υπόλοιπο φάρμακα, συσκευές, εξοπλισμούς κλπ., ενώ ταυτόχρονα υπάρχει έλλειψη μηχανισμού ορθολογικής προμήθειας.
Και ενώ οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας είναι ήδη εξαιρετικά υψηλές, εντούτοις είναι πολύ υψηλότερες στην πραγματικότητα γιατί δεν καταγράφεται η συνεισφορά της οικογένειας που συμβάλλει στην αποσυμπίεση του συστήματος και στην κοινωνική φροντίδα.
Τα παραπάνω επεσήμανε ο καθηγητής Πολιτικής Υγείας του London School of Economics Ηλίας Μόσιαλος στο πλαίσιο διαδικτυακής εκδήλωσης για τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας, υπογραμμίζοντας ότι οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας στη χώρα μας είναι συνήθως απ΄ ευθείας πληρωμές, καθώς η ιδιωτική ασφάλιση αντιστοιχεί στο 10% των συνολικών δαπανών, ενώ καταβάλλει ποσά που αντιστοιχούν στο 1-2% του ΑΕΠ για οδοντιατρική περίθαλψη και φάρμακα.
Συνάντηση
Η διαδικτυακή εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της εναρκτήριας συνάντησης της πρωτοβουλίας Συνεργασίας για τη Βιωσιμότητα και Ανθεκτικότητα των Συστημάτων Υγείας (Partnership for Health System Sustainability & Resilience – PHSSR) που δημιουργήθηκε το 2020 από το London School of Economics, το World Economic Forum, και την AstraZeneca, που αργότερα πλαισιώθηκαν από άλλους παγκόσμιας εμβέλειας εταίρους, μεταξύ των οποίων η Royal Philips.
Η πρωτοβουλία ήδη δραστηριοποιείται σε περισσότερες από 20 χώρες με τη συνεργασία πανεπιστημιακών, μη κυβερνητικών οργανώσεων, βιοεπιστημών και επιστημών υγείας, υπηρεσιών υγειονομικής φροντίδας καθώς και επιχειρήσεων. Στην Ελλάδα, της μελέτης ηγείται ο Κώστας Αθανασάκης, Επίκουρος Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής και Πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών της Υγείας (i-hecon).
Ο Καθηγητής Ηλίας Μόσιαλος μιλώντας για τη συνεργασία PHSSR είπε πως η πανδημία ανέδειξε το κενό στη διακυβέρνηση της υγείας σε παγκόσμιο, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας σε ό,τι αφορά την παγκόσμια διακυβέρνηση έχει περιορισμένες δυνατότητες και αρμοδιότητες και είναι ανάγκη να επανεξετάσουμε τον ρόλο του. Η πανδημία βελτίωσε την ετοιμότητα των συστημάτων υγείας.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, που δεν ανταποκρίθηκε γρήγορα στην πανδημία Covid-19, τελικά έδρασε στρατηγικά αναλαμβάνοντας κάποιες πρωτοβουλίες: ενίσχυσε τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ) το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων και έθεσε τα θεμέλια, μετά την πανδημία, για μια Ευρωπαϊκή Αρχή Ετοιμότητας και Αντιμετώπισης Καταστάσεων Έκτακτης Ανάγκης στον Τομέα της Υγείας (HERA), για την αντιμετώπιση όχι μόνο πανδημιών αλλά και προβλημάτων όπως αυτό της μικροβιακής αντοχής. Επίσης, η πολύ σημαντική στρατηγική επιλογή του Ευρωπαϊκού Χώρου Δεδομένων για την Υγεία (European Health Data Space – EHDS) θα δημιουργήσει νέες ευκαιρίες ανάπτυξης φαρμάκων κ.α.
Βελτίωση κόστους – οφέλους
Σε ό,τι αφορά τα προβλήματα ανθεκτικότητας και βιωσιμότητας του συστήματος υγείας σε εθνικό επίπεδο, ο κ. Μόσιαλος μεταξύ άλλων τόνισε ότι η οργάνωση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, της πρόληψης και της δημόσιας υγείας αυξάνουν την αποτελεσματικότητα του συστήματος και βελτιώνουν τη σχέση κόστους – οφέλους. Δεν μειώνουν κατ’ ανάγκη το κόστος, υπογράμμισε, αλλά βελτιώνουν την ποιότητα ζωής.
Ο George Wharton παρουσίασε τη μεθοδολογία που χρησιμοποιεί η PHSSR, την οποία έχει αναπτύξει το London School of Economics και διαμορφώσει από κοινού με τους ειδικούς και τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικών των χωρών που συμμετέχουν στην έρευνα. Ο ομιλητής αναφέρθηκε επίσης στην πρόοδο του έργου έως σήμερα και τις προσδοκίες για το μέλλον.
Οι κίνδυνοι στο ΕΣΥ
Ο Κώστας Αθανασάκης παρουσίασε τα ευρήματα της μελέτης αναφορικά με τους κινδύνους για τη βιωσιμότητα του ελληνικού συστήματος υγείας, αλλά και τις ευκαιρίες που αναδύονται σήμερα, για τη διασφάλιση του μέλλοντος του συστήματος, σε όρους βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας.
Η ανάλυση εστίασε σε επτά τομείς του ελληνικού συστήματος υγείας: στη διακυβέρνηση, τη χρηματοδότηση, το ανθρώπινο δυναμικό, τη διαχείριση του φαρμάκου και τεχνολογίας υγείας, την παροχή των υπηρεσιών υγείας, το επίπεδο υγείας του πληθυσμού, και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του συστήματος υγείας.
Σύμφωνα με την μελέτη, βασικές απειλές για τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας αποτελούν η κεντρομόλος διοίκηση του συστήματος, οι ημιτελείς μεταρρυθμίσεις, η περιορισμένη εμπειρία σε πολιτικές που βασίζονται στα τεκμήρια και την ανάλυση των δεδομένων, η υψηλή ιδιωτική δαπάνη υγείας, η σχεδόν μονομερής διαχρονική εστίαση στη νοσοκομειακή φροντίδα, τα στεγανά μεταξύ των επαγγελματιών υγείας κατά την παροχή υπηρεσιών υγείας, η απουσία συστηματικών προσεγγίσεων για την κατανομή των πόρων για τις τεχνολογίες υγείας, η απουσία δομών μακροχρόνιας φροντίδας, η υψηλή έκθεση στους παράγοντες κινδύνου για την υγεία και η απουσία πολιτικών που θα προβλέπουν τη ζήτηση για υπηρεσίες υγείας στο μέλλον, με βάση το φορτίο νοσηρότητας αλλά και τις μεταβολές στο φυσικό και τεχνητό περιβάλλον (π.χ. κλιματική αλλαγή).
Αντίθετα, σημαντικές ευκαιρίες για τη βελτίωση της βιωσιμότητας και της ανθεκτικότητας του συστήματος υγείας αποτελούν ο ταχύς ψηφιακός μετασχηματισμός των υπηρεσιών υγείας, η ανάδειξη της Δημόσιας Υγείας ως τομέα προτεραιότητας της κοινωνικής πολιτικής, η αναδιοργάνωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας –ιδίως με την εντατική χρήση νέων πολιτικών αποζημίωσης των παρόχων, όπως η κατά κεφαλήν αποζημίωση ή η αποζημίωση βάσει αποτελεσμάτων, η εισαγωγή προγραμμάτων πληθυσμιακού προσυμπτωματικού ελέγχου, η χρήση συμπεριφορικών πολιτικών για τον περιορισμό της έκθεσης στους μείζονες παράγοντες κινδύνου για την υγεία κ.ά.
Ανάγκες υγείας
Το βασικό πρόβλημα του συστήματος υγείας –κατέληξε ο Κώστας Αθανασάκης– είναι πως διαχρονικά, η πολιτική υγείας στην πραγματικότητα εξυπηρετεί την πλευρά της προσφοράς ενώ αντίθετα, για να δημιουργηθεί ένα βιώσιμο και ανθεκτικό σύστημα υγείας, οι πολιτικές υγείας πρέπει να βασίζονται στις ανάγκες υγείας και να ανταποκρίνονται στη μελλοντική ζήτηση για υπηρεσίες υγείας και τις προτιμήσεις των πολιτών.
«Σήμερα –όπως χαρακτηριστικά ανέφερε– βλέπουμε ασθενείς να περιστρέφονται συνεχώς, και πολλές φορές χωρίς κατεύθυνση, γύρω από το σύστημα υγείας, αναζητώντας εναγωνίως, από επαγγελματία υγείας σε επαγγελματία υγείας, από δομή σε δομή, τις κατάλληλες υπηρεσίες για το πρόβλημα υγείας που τους απασχολεί. Αυτό όμως που πραγματικά θέλουμε –πρόσθεσε– είναι ένα σύστημα υγείας που το ίδιο θα περιστρέφεται γύρω από τους ασθενείς, γύρω από τους πολίτες, οργανώνοντας την κατάλληλη φροντίδα με βάση τις ανάγκες τους, αλλά και προλαμβάνοντας τις ανάγκες αυτές, προτού ακόμα δημιουργηθούν».
Τη συνεργασία χαιρέτισε η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα, η οποία δήλωσε ότι το Υπουργείο Υγείας παρακολουθεί με ενδιαφέρον την πρωτοβουλία και τη στηρίζει, καθώς θα αξιοποιήσει τα αποτελέσματα της μελέτης. Επίσης, η Κοσμήτωρ της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής Ελπίδα Πάβη, επικρότησε τη συνεργασία και τόνισε ότι η μελέτη είναι καίρια για το σύστημα υγείας στην Ελλάδα.
Στην εκδήλωση συμμετείχαν η Kelly McCaine (World Economic Forum), η Έλενα Χουλιάρα (AstraZeneca Hellas & Cyprus), Enrico Bellini (Philips Italy, Israel & Greece), οι οποίοι αναφέρθηκαν στις προσδοκίες των εταίρων από τη συνεργασία PHSSR. Με ποιους τρόπους θα ωφεληθούν από την PHSSR το ΕΣΥ και οι ασθενείς σχολίασαν ο Γενικός Γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας του Υπουργείου Υγείας Ιωάννης Κωτσιόπουλος και ο Νίκος Δέδες, Πρόεδρος της Ένωσης Ασθενών Ελλάδας.
Πηγή: in.gr