Πως αντιμετωπίζονται οι αιματολογικές κακοήθειες στην εγκυμοσύνη

Εξαιρετικά σπάνια είναι η εμφάνιση αιματολογικών κακοηθειών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης (0,02%). Σημαντική  είναι η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία καθώς και η υψηλή κλινική υποψία.

Το  ποσοστό αυτό αυξάνεται, όσο αυξάνεται η ηλικία στην οποία οι γυναίκες κυοφορούν. Τα  νεότερα δεδομένα όσον αφορά τη διάγνωση και την αντιμετώπιση των συχνότερων αιματολογικών κακοηθειών στην εγκυμοσύνη  παρουσιάοζυν ο διευθυντής της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Καθηγητής Θάνος Δημόπουλος (Αιματολόγος – Ογκολόγος) και η Ιατρός Αιματολόγος Δέσποινα Φωτίου, η Ιατρός Ογκολόγος Μαρία Καπαρέλου και η Καθηγήτρια Προληπτικής Ιατρικής και Επιδημιολογίας Θεοδώρα Ψαλτοπούλου.

Χημειοθεραπεία

Η συνήθη χορήγηση χημειοθεραπευτικών σχημάτων αλλά και νεότερων παραγόντων εξαρτάται από τη δυνατότητά τους να περνάνε τον πλακούντα, τη δόση χορήγησης αλλά και την εβδομάδα της κύησης. Κίνδυνος υπάρχει για το έμβρυο καθώς η χημειοθεραπεία κατά το πρώτο τρίμηνο αυξάνει τη πιθανότητα αυτόματης αποβολής, εμβρυικού θανάτου και γενετικών δυσμορφιών. Επίσης, ο κίνδυνος τερατογένεσης είναι μεγαλύτερος κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης και μειώνεται σημαντικά κατά τα επόμενα τρίμηνα. Κατά το 1ο τρίμηνο της κύησης συστήνεται και ο τερματισμός της, ενώ κατά κανόνα  είναι πιο ασφαλής η χορήγηση θεραπείας από το δεύτερο τρίμηνο και μετά. Όμως, παραμένει ο κίνδυνος πρόωρου τοκετού και χαμηλότερου σωματικού βάρους/αργοπορημένης ανάπτυξης για το έμβρυο. Υπάρχει και η επιλογή να διατηρηθεί η κύηση ακόμα και κατά το 1ο τρίμηνο και να καθυστερήσουμε την έναρξη χημειοθεραπείας ή να χορηγηθούν κορτικοστεοειδή ως θεραπεία γέφυρας. Η απόφαση σε κάθε περίπτωση είναι εξατομικευμένη με βάση το υποκείμενο αιματολογικό νόσημα, την επιθετικότητά του, το ιατρικό προφίλ της εγκυμονούσας και τις επιθυμίες της.Υπάρχουν κάποιες κατηγορίες φαρμάκων που αντενδείκνυνται καθώς έχουν γνωστή τερατογόνο δράση, ενώ άλλα μπορούν να χορηγηθούν με σχετική ασφάλεια κατά το 2ο και 3ο τρίμηνο της κύησης. Με βάση τη διάγνωση και τα ενδεδειγμένα θεραπευτικά σχήματα χρειάζεται συχνά να γίνουν τροποποιήσεις.

Λέμφωμα Hodgkin

Η πιο συχνή αιματολογική κακοήθεια στην εγκυμοσύνη είναι το λέμφωμα Hodgkin (HL). Η πρόγνωση των γυναικών με HL στην κύηση είναι εξαιρετική και η μακροχρόνια επιβίωση παρόμοια με αυτή των γυναικών με HL εκτός εγκυμοσύνης. Σε κάποιες περιπτώσεις η νόσος είναι πολύ περιορισμένη και μπορούμε έτσι να ξεκινήσουμε τη θεραπεία μετά τον τοκετό ιδιαίτερα αν τεθεί η διάγνωση σε προχωρημένο στάδιο της εγκυμοσύνης. Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι απαραίτητη η άμεση έναρξη θεραπείας. Το καθιερωμένο σχήμα ABVD (Δοξορουβικίνη, Μπλεομυκίνη, Βιμπλαστίνη, Ντακαρμπαζίνη) μπορεί να χορηγηθεί με σχετική ασφάλεια από το 2ο τρίμηνο και μετά και να προσαρμοστεί εφόσον είναι απαραίτητο σε ένα πιο εντατικό χημειοθεραπευτικό σχήμα μετά την εγκυμοσύνη.  Η χορήγηση του νεότερου παράγοντας Brentuximab vedotin αντενδείκνυται στην εγκυμοσύνη.

NonHodgkin Λέμφωμα

Χρειάζεται να τυποποιηθεί και να σταδιοποιηθεί το νόσημα με ακρίβεια ώστε να γίνει ο σωστός προγραμματισμός όσον αφορά το είδος και το χρονικό σημείο χορήγησης της θεραπείας αλλά και το προγραμματισμό τoν τοκετό. Η πιο συχνός τύπος NHL στην εγκυμοσύνη, στο 56% των περιπτώσεων, είναι το διάχυτο λέμφωμα από μεγάλα Β-κύτταρα (DLBCL), ενώ λέμφωμα από Τ λεμφοκύτταρα διαγιγνώσκεται στο 20% περίπου. Εάν έχουμε ένα NHL χαμηλής κακοήθειας χωρίς συμπτώματα, μια επιλογή είναι να προχωρήσει κανονικά η εγκυμοσύνη και να χορηγηθεί θεραπεία μετά τον τοκετό. Στα λεμφώματα υψηλής κακοήθειας όπως το DLBCL μπορεί να χορηγηθεί συνδυαστική χημειοθεραπεία από το 2ο τρίμηνο. Το σχήμα R-CHOP (ριτουξιμάβης, κυκλοφωσφαμίδης, δοξορουβικίνης, βινκριστίνης και πρεδνιζόνης) μπορεί να χορηγηθεί μετά την 20η εβδομάδα και συνήθως προγραμματίζεται ο τοκετός 2-3 εβδομάδες μετά το τελευταίο σχήμα χημειοθεραπείας.  Η ριτουξιμάβη, ένα μονοκλωνικό αντίσωμα έναντι των Β-λεμφοκυττάρων περνάει τον πλακούντα και μπορεί να προκαλέσει λευκοπενία στο έμβρυο η οποία είναι όμως αναστρέψιμη. Στόχος είναι όλες οι γυναίκες με NHL να γεννήσουν μετά την 34η εβδομάδα.

Χρόνια μυελογενής λευχαιμία

Έχει συχνότητα 1 στις 100.000 εγκυμοσύνες. Μπορεί να τεθεί η διάγνωση σε τυχαίο αιματολογικό έλεγχο ρουτίνας ή να έχει η γυναίκα συμπτώματα όπως αδυναμία, εφιδρώσεις και απώλεια σωματικού βάρους που μπορούν να αποδοθούν και στην ίδια την εγκυμοσύνη.

Η θεραπεία εκλογής σε ασθενείς με ΧΜΛ είναι οι αναστολείς της τυροσινικής κινάσης (TKIs), αλλά η κατηγορία φαρμάκων αντενδείκνυται στην εγκυμοσύνη. Συχνά είναι εφικτό η θεραπεία να αρχίσει παρά μόνο όταν εμφανιστούν συμπτώματα ή οι τιμές των αιμοπεταλίων και των λευκών αιμοσφαιρίων ξεπεράσουν κάποια όρια. Εάν είναι απαραίτητο να δοθεί θεραπεία πριν τον τοκετό μπορούμε να επιλέξουμε λευκαφαίρεση ή ιντερφερόνη ως γέφυρα μέχρι να μπορεί να γίνει έναρξη ΤΚΙ. Σημαντικό είναι να χορηγείται και θρομβοπροφύλαξη.

Μυελοϋπερπλαστικά  νοσήματα

Σε αυτά ανήκουν η αληθής πολυκυτταραιμία (PV) και η ιδιοπαθής θρομβοκυττάρωση (ET). Η ΕΤ είναι το πιο συχνό μυελοϋπερπλαστικό νόσημα σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Εδώ είναι σημαντικό να αξιολογήσουμε εάν πρόκειται για εγκυμοσύνη χαμηλού ή υψηλού κινδύνου. Σε εγκυμοσύνη χαμηλού κινδύνου χορηγείται ασπιρίνη και εάν είναι απαραίτητο θεραπευτική αφαίμαξη για να διατηρείται ο αιματοκρίτης σε ασφαλή επίπεδα. Εάν η εγκυμοσύνη είναι υψηλού κινδύνου χορηγείται θρομβοπροφύλαξη με ηπαρίνη χαμηλού μοριακού βάρους και θεραπεία που στοχεύει να μειώσει τον αιματοκρίτη, των αριθμό των λευκών και των αιμοπεταλίων. Μια ασφαλής επιλογή είναι η ιντερφερόνη.

Οξεία  λευχαιμία

Εάν έχουμε διάγνωση οξείας μυελογενούς λευχαιμίας στο 1ο τρίμηνο, συστήνεται τερματισμός της κύησης και άμεση έναρξη χημειοθεραπείας. Από το 2ο τρίμηνο μπορεί να χορηγηθεί η συνήθης εντατική εισαγωγική χημειοθεραπεία με κάποιες προσαρμογές στους παράγοντες που θα χορηγηθούν αλλά υπάρχει αυξημένος κίνδυνος καθυστερημένης ανάπτυξης του εμβρύου και ακόμα και εμβρυικού θανάτου. Στην οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία προκύπτουν οι ίδιες προκλήσεις αλλά υπάρχουν και επιπρόσθετα θεραπευτικά ζητήματα καθώς είναι απαραίτητη η χορήγηση χημειοθεραπευτικών που είναι τοξικά για το έμβρυο. Έτσι πριν την 20η εβδομάδα συστήνεται ο τερματισμός της κύησης ενώ μετά την 20η εβδομάδα χορηγείται κλασσική χημειοθεραπεία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και προστίθενται οι νεότεροι αναστολείς τυροσινικής κινάσης μετά τον τοκετό.

Πηγη: https://virus.com.gr/

Ευρωπαϊκό Συνέδριο Παθολογικής Ογκολογίας (ESMO): Τα σημαντικότερα νέα

Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής Μιχάλης Λιόντος (Επίκουρος Καθηγητής), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής), Μαρία Καπαρέλου και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας) συνοψίζουν τα σημαντικότερα δεδομένα του Συνεδρίου.

Στο φετινό συνέδριο, έχει την τιμητική του ο καρκίνος του πνεύμονα. Παρουσιάστηκαν μια σειρά σημαντικών μελετών για την αντιμετώπιση της τοπικής νόσου αλλά και των ασθενών με μεταστατική νόσο που φέρουν συγκεκριμένες μεταλλάξεις. Κατ’ αρχήν για τους ασθενείς με μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα και τοπική νόσο που είναι δυνητικά εξαιρέσιμη (στάδια ΙΙ-ΙΙΙΒ) θα ανακοινωθούν τα αποτελέσματα δύο μεγάλων φάσης ΙΙΙ μελετών (ΚΕΥΝΟΤΕ-671 και Checkmate-77T) που εξετάζουν το όφελος της περιεγχειρητικής χορήγησης ανοσοθεραπείας (πεμπρολιζουμάμπης και νιβολουμάμπης αντίστοιχα) μαζί με προεγχειρητική χημειοθεραπεία σε αυτή την ομάδα ασθενών. Και στις δύο μελέτες η προσθήκη της ανοσοθεραπείας στην χημειοθεραπεία αυξάνει σε στατιστικά σημαντικό βαθμό την ανταπόκριση των ασθενών καθώς και τον χρόνο χωρίς υποτροπή της νόσου. Επιπλέον, στην μελέτη της πεμπρολιζουμάμπης διαπιστώθηκε και όφελος στην συνολική επιβίωση ενώ για την νιβολουμάμπη τα δεδομένα δεν είναι ακόμη ώριμα. Τα αποτελέσματα αυτά είναι συνηγορητικά ότι η περιεγχειρητική χορήγηση ανοσοθεραπείας με τη μορφή αντι-PD1 αντισωμάτων (πεμπρολιζουμάμπη ή νιβολουμάμπη) θα αποτελέσει την νέα καθιερωμένη θεραπευτική πρακτική σε αυτό το στάδιο της νόσου.

Τα τελευταία χρόνια για μια σειρά από μεταλλάξεις που προάγουν την καρκινογένεση στον μη μικροκυτταρικό καρκίνο πνεύμονα έχουν αναπτυχθεί στοχεύουσες θεραπείες με ιδιαίτερα σημαντικό όφελος επιβίωσης. Οι θεραπείες αυτές όμως ως τώρα έχουν βρει εφαρμογή μόνο σε ασθενείς με μεταστατική νόσο με την εξαίρεση του EGFR αναστολέα οσιμερτινίμπη που χρησιμοποιείται και ως επικουρική αγωγή σε ασθενείς με EGFR μεταλλάξεις που έχουν υποβληθεί σε ριζική εξαίρεση της νόσου τους. Στο φετινό ESMO όμως θα ανακοινωθεί η μελέτη ALINA, όπου δοκιμάστηκε ο αναστολέας αλεκτινίμπη ως επικουρική αγωγή σε ασθενείς με χειρουργηθέντα μη μικροκυτταρικό καρκίνο πνεύμονα (στάδια ΙΒ-ΙΙΙΑ) που έφεραν αναδιατάξεις στο γονίδιο ALK. Η μελέτη κατέδειξε ότι η εκλεκτική αναστολή του ALK υπερέχει σημαντικά της χημειοθεραπείας που ήταν η ως τώρα καθιερωμένη επικουρική αγωγή για αυτούς τους ασθενείς, μειώνοντας τον κίνδυνο υποτροπής της νόσου κατά 75%. Τα δεδομένα αυτά επίσης καταδεικνύουν την ανάγκη για μοριακό χαρακτηρισμό της νόσου ακόμη και των μη μεταστατικών ασθενών

Ιδιαίτερα σημαντικά όμως είναι και τα αποτελέσματα που θα ανακοινωθούν για τους ασθενείς με μεταστατικό μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα που

φέρουν οδηγές μεταλλάξεις. Πλέον κατανοούμε ότι η εξαρχής χορήγηση μικρομοριακών αναστολέων που στοχεύουν εκλεκτικά αυτές τις μεταλλάξεις παρέχει μεγαλύτερο όφελος επιβίωσης στους ασθενείς έναντι της χορήγησης χημειοθεραπείας. Ήδη αυτό είχε αποδειχθεί για τους ασθενείς με μεταλλάξεις EGFR και ALK και μετά τις ανακοινώσεις στο φετινό ESMO αυτό αναμένεται να ισχύσει και για τους ασθενείς που φέρουν μεταλλάξεις στο γονίδιο RET και στο εξώνιο 20 του EGFR. Πιο συγκεκριμένα, η μελέτη LIBRETTO-431 αποδεικνύει ότι ο αναστολέας του RET σελπρεκατινίμπη υπέρεχει του συνδυασμού χημειοθεραπείας και ανοσοθεραπείας ως αρχική αντιμετώπιση της μεταστατικής νόσου των ασθενών που φέρουν αναδιατάξεις του γονίδιου RET. Αντίστοιχα, η μελέτη PAPILLON αποδεικνύει ότι η προσθήκη του αμφιειδικού αντισώματος αμιβαταμάμπη (αντι- EGFR και ΜΕΤ) στη χημειοθεραπεία αποτελεί την καλύτερη θεραπευτική επιλογή για ασθενείς με μεταλλάξεις στο εξώνιο 20 του EGFR.

Αλλαγές όμως αναμένονται μετά από αρκετά χρόνια και στην αρχική αντιμετώπιση των ασθενών με μεταστατικό μη μικροκυτταρικό καρκίνο πνεύμονα που φέρουν μεταλλάξεις του EGFR. Ο τρίτης γενιάς μικρομοριακός αναστολέας οσιμερετινίμπη αποτελεί ως τώρα την καθιερωμένη αγωγή με σημαντικό όφελος στο χρόνο ως την υποτροπή της νόσου και τη συνολική επιβίωση. Η μελέτη MARIPOSA που θα ανακοινωθεί στην ολομέλεια του συνεδρίου καταδεικνύει ότι ο συνδυασμός της αμιβαταμάμπης (αντι-EGFR και ΜΕΤ αμφι-ειδικό αντίσωμα) και του EGFR αναστολέα λαζερτινίμπης υπερέχει της οσιμερτινίμπης στον χρόνο ως την υποτροπή της νόσου. Ο συνδυασμός βέβαια συνδέεται με μεγαλύτερο ποσοστό ανεπιθύμητων ενεργειών και τα αποτελέσματα ασφαλείας αναμένονται με ενδιαφέρον για να καθορισθεί αν και για ποιους ασθενείς μπορεί να αποτελέσει την νέα καθιερωμένη θεραπευτική επιλογή.

Αναφορικά με τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, εδώ και τριάντα χρόνια, η καθιερωμένη αγωγή της τοπικά προχωρημένης νόσου περιλαμβάνει τη συνδυασμένη ταυτόχρονη χημειοακτινοθεραπεία με τη χρήση σισπλατίνης. Στο φετινό ESMO όμως ανακοινώνονται δύο σημαντικές μελέτες που αναμένεται να αλλάξουν την πρακτική μας. Η πρώτη μελέτη (INTERLACE) δοκίμασε τη χρήση εισαγωγικής χημειοθεραπείας με 6 εβδομαδιαίες εγχύσεις πακλιταξέλης και κραμποπλατίνης πριν από την χημειοακτινοθεραπεία, αποδεικνύοντας σημαντική αύξηση τόσο στον χρόνο ως την υποτροπή της νόσου όσο και στη συνολική επιβίωση. Ο καρκίνος τραχήλου της μήτρας εμφανίζει ιδιαίτερα υψηλή επίπτωση σε χώρες με χαμηλό βαθμό οικονομικής ανάπτυξης όπου η πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες είναι περιορισμένη. Επομένως, είναι σημαντικό ότι η μελέτη INTERLACE συμπεριέλαβε ασθενείς από τέτοιες χώρες καταδεικνύοντας ότι η εισαγωγική θεραπεία είναι εύκολα εφικτή και μπορεί να προσφέρει σημαντικό όφελος επιβίωσης σε πληθυσμούς που πραγματικά έχουν ανάγκη νέες και απλές θεραπευτικές πρακτικές.

Η δεύτερη μελέτη που αλλάζει τα δεδομένα στον τοπικά προχωρημένο καρκίνο τραχήλου της μήτρας είναι η KEYNOTE-A18 που απέδειξε ότι η προσθήκη του αντι- PD1 αντισώματος πεμπρολιζουμάμπη στη χημειοακτινοθεραπεία και ως ακολούθως θεραπεία συντήρησης αυξάνει σημαντικά το χρόνο ως την υποτροπή της νόσου. Παρότι προηγούμενες μελέτες που εξέταζαν τον ρόλο της ανοσοθεραπείας στον τοπικά προχωρημένο καρκίνο τραχήλου της μήτρας δεν είχαν αποδώσει θετικά αποτελέσματα, η ΚΕΥΝΟΤΕ-Α18 θέτει το συνδυασμό πεμπρολιζουμάμπης και χημειοακτινοθεραπείας ως την προτιμητέα θεραπευτική επιλογή. Θα πρέπει να τονιστεί ότι για τη συγκεκριμένη μελέτη, η Θεραπευτική Κλινική αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα ερευνητικά κέντρα σε παγκόσμιο επίπεδο προσφέροντας τη δυνατότητα σε αρκετές ασθενείς στην Ελλάδα να λάβουν καινοτόμες θεραπείες.

Σημαντικές εξελίξεις θα υπάρξουν όμως και στα νεοπλάσματα του ουροποιογεννητικού συστήματος. Καταρχήν, για τον καρκίνο ουροδόχου κύστης ήταν κοινή πεποίθηση ότι η χημειοθεραπεία με βάση τη σισπλατίνη αποτελεί την καλύτερη αρχική θεραπευτική επιλογή για όσους ασθενείς έχουν μεταστατική νόσο. Μια νέα μελέτη, η EV-302/KEYNOTE-A39 έρχεται να ταράξει τα νερά αποδεικνύοντας ότι σε αυτούς τους ασθενείς ένας συνδυασμός στοχευουσών θεραπειών υπερέχει κατά πολύ της χημειοθεραπείας. Πιο συγκεκριμένα, ο συνδυασμός της ενφορτουμάμπης βεντοϊτίνης (συζευγμένου με χημειοθεραπεία αντισώματος έναντι της Νεκτίνης-4) με τον ανοσοθεραπευτικό παράγοντα πεμπρολιζουμάμπη σχεδόν διπλασίασε την επιβίωση των ασθενών έναντι της χρήσης χημειοθεραπείας. Είναι δεδομένα ότι ο συνδυασμός αυτός θα αποτελέσει μια νέα θεραπευτική επιλογή για τους ασθενείς με μεταστατικό ουροθηλιακό καρκίνο. Παράλληλα όμως θα ανακοινωθεί για τον ίδιο πληθυσμό ασθενών και η μελέτη CheckMate 901 που εξέτασε το όφελος από το συνδυασμό χημειοθεραπείας με βάση την πλατίνα και ανοσοθεραπείας (νιβολουμάμπη). Για πρώτη φορά ένας τέτοιος συνδυασμός αποδεικνύει όφελος επιβίωσης ως αρχική θεραπεία των ασθενών με μεταστατικό ουροθηλιακό καρκίνο. Επομένως, για ένα νεόπλασμα που τα προηγούμενα χρόνια οι θεραπευτικές επιλογές περιορίζονταν στην χημειοθεραπεία, πλέον υπάρχουν εναλλακτικές θεραπευτικές δυνατότητες και παράγοντες όπως αναδυόμενοι βιοδείκτες και το προφίλ ασφαλείας των φαρμάκων θα καθορίσουν τη βέλτιστη αντιμετώπιση των ασθενών.

Τέλος για τον καρκίνο του προστάτη, διάφορες θεραπευτικές επιλογές έχουν αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια για τους ασθενείς με μεταστατική ευνουχοάντοχη νόσο. Μεταξύ αυτών, η θεραπεία με το ραδιοφάρμακο Lu177-PSMA που στοχεύει τα καρκινικά κύτταρα του προστάτη που εκφράζουν ισχυρά την διαμεμβρανική πρωτεΐνη PSMA έχει λάβει ήδη έγκριση για ασθενείς που έχουν λάβει και νεότερα ορμονικά φάρμακα και χημειοθεραπεία. Η μελέτη PSMAfore που θα ανακοινωθεί στο ESMO αποδεικνύει όμως ότι η στόχευση του PSMA έχει θέσει σε πιο πρώιμα στάδια της νόσου. Συγκεκριμένα, σε ασθενείς που είχαν θετική έκφραση PSMA με βάση το διαγνωστικό PSMA PET/CT και είχαν υποτροπιάσει μετά από χρήση νεότερου ορμονικού φαρμάκου, το Lu-PSMA μείωσε κατά 60% την πιθανότητα υποτροπής έναντι της χρήσης εναλλακτικής ορμονικής θεραπείας. Μάλιστα, σε αυτόν τον πληθυσμό των ασθενών, οι ανεπιθύμητες ενέργειες από τη θεραπεία ήταν σε χαμηλό ποσοστό.

Τα μηνύματα λοιπόν που έρχονται από το ευρωπαϊκό συνέδριο ογκολογίας είναι αισιόδοξα. Οι θεραπευτικές δυνατότητες στην Ογκολογία βελτιώνονται διαρκώς με στόχο όχι μόνο της αύξηση της επιβίωσης των ασθενών αλλά και τη διασφάλιση της βέλτιστης δυνατής ποιότητας ζωής.

https://www.uoa.gr/fileadmin/user_upload/PDF-files/anakoinwseis/themata_ygeias/2023/2010_ESMO_preview.pdf

Οδηγίες από την Εταιρεία Κλινικής Ογκολογίας για τις “πρωτοφανείς” ελλείψεις φαρμάκων

Η Αμερικανική Εταιρεία Κλινικής Ογκολογίας (ASCO) δημοσίευσε κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης των ασθενών εν μέσω της τρέχουσας έλλειψης φαρμάκων για τον καρκίνο. Οι οδηγίες δημοσιεύτηκαν στο JCO Oncology Practice.

Οπως αναφέρεται στο άρθρο, οι ελλείψεις αντικαρκινικών φαρμάκων στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν «φθάσει σε πρωτοφανή επίπεδα». Στο πλαίσιο αυτό, η ASCO συγκάλεσε μια συμβουλευτική ομάδα 44 εμπειρογνωμόνων για να συντάξει γενικές αρχές σχετικά με τη διαχείριση της φροντίδας των ογκολογικών ασθενών κατά τη διάρκεια ελλείψεων φαρμάκων για τον καρκίνο.

Οι γενικές συστάσεις είναι οι εξής:

-Μη συνταγογραφείτε παράγοντα με περιορισμένη προσφορά εάν υπάρχει διαθέσιμη εναλλακτική θεραπεία με παρόμοια αποτελεσματικότητα και ασφάλεια.

-Όταν είναι κλινικά αποδεκτό, αυξήστε το διάστημα μεταξύ των κύκλων θεραπείας ή μειώστε τη συνολική δόση θεραπείας του παράγοντα.

Αποφύγετε τη χρήση ή ελαχιστοποιήστε τη χρήση ενός περιορισμένου παράγοντα σε υποτροπιάζοντες καρκίνους που είναι ανθεκτικοί σε αυτόν τον παράγοντα.

Ελαχιστοποιήστε τη σπατάλη περιορισμένων παραγόντων βελτιστοποιώντας το μέγεθος του φιαλιδίου, στρογγυλοποιώντας τις δόσεις και χρησιμοποιώντας φιαλίδια πολλαπλών χρήσεων.

Εάν ένας συγκεκριμένος παράγοντας δεν είναι διαθέσιμος, χρησιμοποιήστε ένα εναλλακτικό σχήμα βασισμένο σε στοιχεία, λαμβάνοντας μια δεύτερη γνώμη εάν είναι απαραίτητο.

Τα ιδρύματα θα πρέπει να συγκροτήσουν πολυεπιστημονικές επιτροπές για την κοινοποίηση των εσωτερικών πολιτικών σχετικά με τη χρήση ναρκωτικών.

-Οι πάροχοι θα πρέπει να προσφέρουν συμβουλευτικές υπηρεσίες σε ασθενείς που αισθάνονται αγωνία για ελλείψεις φαρμάκων.

-Τα ιδρύματα θα πρέπει να προσφέρουν υπηρεσίες υποστήριξης για κλινικούς γιατρούς που αισθάνονται αγωνία.

Οι κατευθυντήριες γραμμές περιλαμβάνουν επίσης συστάσεις θεραπείας για συγκεκριμένες ασθένειες που σχετίζονται με φάρμακα σε έλλειψη.

Για παράδειγμα, εάν η καρβοπλατίνη δεν είναι διαθέσιμη, αυτοί οι ασθενείς μπορεί να λάβουν δοξορουβικίνη και κυκλοφωσφαμίδη συν πακλιταξέλη, τραστουζουμάμπη και περτουζουμάμπη. Η απλή εξάλειψη της καρβοπλατίνης και η θεραπεία ασθενών με ντοσεταξέλη, τραστουζουμάμπη και περτουζουμάμπη είναι επίσης μια επιλογή, καθώς «τα δεδομένα από τη μεταστατική ρύθμιση προσφέρουν στοιχεία ότι η καρβοπλατίνη δεν προσθέτει σημαντικό όφελος», έγραψαν οι συγγραφείς της κατευθυντήριας γραμμής.

Ωστόσο, για ορισμένους καρκίνους, τα σχήματα χωρίς πλατίνα θεωρούνται κατώτερα και δεν υπάρχουν κατάλληλες εναλλακτικές λύσεις. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η συμβουλευτική ομάδα συνιστά στους ασθενείς να ταξιδέψουν σε περιοχή όπου υπάρχει η κατάλληλη θεραπεία.

Για ασθενείς που έχουν εγγραφεί σε κλινικές δοκιμές, η συμβουλευτική ομάδα προτείνει οι πάροχοι να επικοινωνήσουν με τον επικεφαλής ερευνητή για καθοδήγηση σχετικά με τη διατήρηση της συμμόρφωσης με τα πρωτόκολλα της μελέτης.

«Οι ελλείψεις θα διαρκέσουν μέχρι να ενισχυθεί η φαρμακευτική αλυσίδα εφοδιασμού και να πραγματοποιηθούν επενδύσεις στην ποιοτική παραγωγή γενόσημων ενέσιμων φαρμάκων», έγραψαν οι συγγραφείς.

Πηγές:
https://www.renalandurologynews.com/news/urology/asco-guidance-cancer-drug-shortages/

Πηγή: iatronet.gr

Σημαντική βελτίωση της επιβίωσης στον καρκίνο των ωοθηκών

Περίπου το 1.1 % των γυναικών θα διαγνωσθούν με καρκίνο των ωοθηκών κάποια στιγμή στη ζωή τους. Ευτυχώς, τόσο η επίπτωση όσο και η θνητότητα παρουσιάζουν μειωτικές τάσεις, κατά τα τελευταία έτη (κατά 3.2% και 2.8% κάθε έτος αντίστοιχα).

Πιο συγκεκριμένα, η επιβίωση έχει επιμηκυνθεί αρκετά, τα τελευταία έτη, αφού η 5ετής επιβίωση που άγγιζε μόλις το 35% των ασθενών την προηγούμενη δεκαετία, πλέον αφορά πάνω το από 50%.

Νεότερα δεδομένα για την αντιμετώπιση του Καρκίνου των Ωοθηκών

Τα νεότερα δεδομένα για την αντιμετώπιση αυτής της νεοπλασίας παρουσιάζουν οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Αγγελική ΑνδρικοπούλουΜαρία ΚαπαρέλουΘεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Επιδημιολογίας  και Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας).

Η βελτίωση της επιβίωσης στον καρκίνο των ωοθηκών είναι αποτέλεσμα των σύγχρονων τεχνικών χειρουργικής αντιμετώπισης και των νέων θεραπειών.

Όσον αφορά τη χειρουργική αντιμετώπιση, αυτή ενδείκνυται ως αρχική αντιμετώπιση όταν από τον προεγχειρητικό έλεγχο ο εξειδικευμένος γυναικολόγος-ογκολόγος-χειρουργός θεωρεί ότι μπορεί να εξαιρεθεί σχεδόν όλη η νόσος.
Σε περιπτώσεις προχωρημένης νόσου, που δεν είναι πλήρως εξαιρέσιμη από την αρχή, είναι δυνατή η χορήγηση εισαγωγικής χημειοθεραπείας με βάση την πλατίνα και η χειρουργική αντιμετώπιση σε δεύτερο χρόνο (μελέτες CHORUS trial, EORTC 55971).
Ωστόσο, πλέον έχουμε στη διάθεσή μας και ένα επιπλέον όπλο, αυτό του χειρουργείου με ταυτόχρονα ενδοπεριτοναϊκή χημειοθεραπεία (HIPEC).

Η HIPEC είναι ο πλήρης καθαρισμός της κοιλιάς μετά το χειρουργείο με τη χορήγηση χημειοθεραπείας σε υψηλή θερμοκρασία που στοχεύει στην εξάλειψη των εναπομεινάντων καρκινικών εντοπίσεων που δεν είναι ορατές για να εξαιρεθούν. Αρχικά αφαιρούνται χειρουργικά όλες οι περιτοναϊκές εμφυτεύσεις της νόσου, οι καρκινικές εντοπίσεις δηλαδή που βρίσκονται προσκολλημένες στη μεμβράνη που επενδύει την εσωτερική επιφάνεια της κοιλιάς, το περιτόναιο. Εν συνεχεία, με την μέθοδο HIPEC γίνεται διεγχειρητικά χορήγηση χημειοθεραπευτικών φαρμάκων σε υψηλές θερμοκρασίες άνω των 40 βαθμών έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν όσα καρκινικά κύτταρα έχουν εμφυτευτεί στην περιτοναϊκή κοιλότητα. Μελέτες, όπως η GOG-172 trial και η OVIHIPEC-1, έχουν δείξει όφελος από την προσθήκη της HIPEC τόσο ως προς τη συνολική επιβίωση όσο και ως προς το διάστημα μέχρι την υποτροπή. Το όφελος από την HIPEC είναι το μέγιστο στις περιπτώσεις που έχει επιτευχθεί προηγουμένως πλήρης εξαίρεση της νόσου χειρουργικά.

Και στη συστηματική θεραπεία, τα δεδομένα έχουν αλλάξει σημαντικά τα τελευταία έτη. Πλέον σε ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο ωοθηκών πρέπει να γίνεται έλεγχος για μεταλλάξεις στα BRCA γονίδια αλλά και για έλλειψη στο σύστημα επιδιόρθωσης βλαβών του DΝA, τον ομόλογο ανασυνδυασμό (homologous recombination, HR).
Αν και μέχρι πρότινος ήταν γνωστή η αναγκαιότητα του γονιδιακού ελέγχου για κληρονομικές μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1/2 που αφορούν περίπου το 15% των ασθενών, πλέον γνωρίζουμε πως είναι απαραίτητος και ο έλεγχος για ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού (HRD – Homologous Recombination Deficiency).

Σε περίπτωση δυσλειτουργίας του μηχανισμού αυτού, όπως μπορεί να συμβεί σε μεταλλάξεις στα BRCA γονίδια, αυξάνεται η αστάθεια του γονιδιώματος και υπάρχει προδιάθεση για καρκινογένεση. Μία στις 2 γυναίκες με καρκίνο ωοθηκών (48%) παρουσιάζουν ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού ενώ μία στις 4 γυναίκες θα φέρει μετάλλαξη BRCA1/2 είτε κληρονομική (germline) είτε επίκτητη στον όγκο (somatic). Έχει φανεί από μελέτες, όπως η PAOLA-1 και η PRIMA, πως ασθενείς με καρκίνο ωοθηκών που παρουσιάζουν ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού ωφελούνται περισσότερο από τα νέα φάρμακα, τους PARP αναστολείς, οι οποίοι έχουν αλλάξει πλέον τη θεραπευτική αντιμετώπιση του νοσήματος.

Συνεπώς, είναι επιβεβλημένος πλέον o έλεγχος και για ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού (HRD) μέσω εγκεκριμένων γονιδιακών εξετάσεων. Σε ασθενείς με θετικό αποτέλεσμα, η θεραπεία με PARP αναστολείς επιμηκύνει και το διάστημα μέχρι την υποτροπή και τη συνολική επιβίωση. Σχεδόν οι μισές ασθενείς (46%) που έλαβαν PARP αναστολείς μετά τη χημειοθεραπεία με πλατίνα δεν έχουν υποτροπιάσει στα πέντε έτη έναντι μόλις του 20% των ασθενών που δεν έλαβαν τη θεραπεία. Αλλά και η πενταετής επιβίωση ήταν 65% σε ασθενείς με ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού που έλαβαν θεραπεία με PARP αναστολείς σύμφωνα με τη μελέτη PAOLA-1 – κάτι που είναι πολύ εντυπωσιακό εάν αναλογιστούμε ότι τις προηγούμενες δεκαετίες το αντίστοιχο ποσοστό ήταν κάτω από 50%.

Συμπερασματικά, ο καρκίνος των ωοθηκών πρέπει να αντιμετωπίζεται χειρουργικά και θεραπευτικά σε εξειδικευμένα γυναικολογικά δέντρα με εμπειρία ώστε να επιτευχθεί το βέλτιστο αποτέλεσμα. 

Πηγή: dailypharmanews.gr

Εγκρίθηκε το 1ο DNA τεστ που εντοπίζει προδιάθεση στον καρκίνο

Εγκρίθηκε το πρώτο τεστ DNA, το οποίο μπορεί να εντοπίσει επικίνδυνες μεταλλάξεις που σχετίζονται με διάφορες μορφές καρκίνου.

Ο αρμόδιος οργανισμός φαρμάκων των ΗΠΑ άναψε το «πράσινο φως» για το πρώτο διαγνωστικό τεστ που μπορεί να ανιχνεύσει εκατοντάδες γενετικές μεταλλάξεις, οι οποίες σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης πολλών μορφών καρκίνου.

Το τεστ μπορεί να ανιχνεύσει και δυνητικά καρκινογόνες κληρονομούμενες μεταλλάξεις σε ανθρώπους που ήδη έχουν διαγνωστεί με κάποια μορφή καρκίνου.

Όπως ανακοίνωσε η Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), αυτό το τεστ είναι το πρώτο του είδους του στο οποίο δίνει άδεια κυκλοφορίας. Το τεστ αναλύει το γενετικό υλικό (DNA) που εξάγεται από δείγμα αίματος για να εντοπίσει 47 γονίδια τα οποία σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου.

Για ποιες μορφές καρκίνου δείχνει προδιάθεση

Η ερμηνεία των αποτελεσμάτων γίνεται βάσει επιστημονικών δεδομένων. Ενδεικτικά, μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά γονίδια που ανιχνεύει το τεστ και οι καρκίνοι στους οποίους προδιαθέτουν είναι:

  • Τα γονίδια BRCA1 και BRCA2, που σχετίζονται με τους κληρονομικούς καρκίνους του μαστού και των ωοθηκών
  • Tα γονίδια MLH1, MSH2, MSH6, PMS2 και EPCAM που σχετίζονται με το σύνδρομο Lynch.
  • Το γονίδιο CDH1 που σχετίζεται κυρίως με τον διάχυτο, κληρονομικό γαστρικό καρκίνο και τον λοβιακό καρκίνο του μαστού (είναι μία μορφή της νόσου)
  • Το γονίδιο STK11 που σχετίζεται με το σύνδρομο Peutz-Jeghers.
  • Τα γονίδια που σχετίζονται με τα συγκεκριμένα σύνδρομα μπορεί να φέρουν ποικίλες καρκινογόνες μεταλλάξεις, τις οποίες ανιχνεύει το συγκεκριμένο τεστ.
  • Οι πάσχοντες από σύνδρομο Lynch διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο:
  • Του παχέος εντέρου
  • Του στομάχου
  • Του λεπτού εντέρου
  • Του ήπατος
  • Της ουροποιητικής οδού
  • Του εγκεφάλου
  • Του δέρματος
  • Των χοληδόχων πόρων
  • Οι γυναίκες κινδυνεύουν να εκδηλώσουν πρόσθετες μορφές (καρκίνο των ωοθηκών και του ενδομητρίου).

Οι ασθενείς με σύνδρομο Peutz-Jeghers μπορεί να εκδηλώσουν καρκίνο:

  • Του μαστού
  • Του παχέος εντέρου
  • Του παγκρέατος
  • Του στομάχου
  • Των όρχεων
  • Των ωοθηκών
  • Του πνεύμονος
  • Του τραχήλου της μήτρας

Η έγκριση της FDA βασίσθηκε σε στοιχεία από περισσότερα από 9.000 δείγματα, στα οποία εντοπίστηκαν τα ογκογόνα γονίδια με ακρίβεια ίση ή άνω του 99%.

Πηγή: healthpharma.gr

4 τα βασικά σημεία για τον προσυμπωματικό έλεγχο του καρκίνου του παχέος εντέρου.

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ο τέταρτος υψηλότερος σε συχνότητα εμφάνισης και ο δεύτερος σε θνησιμότητα σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία από τις ΗΠΑ.

Τι είναι ο καρκίνος του παχέος εντέρου;

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου, γνωστός και ως ορθοκολικός καρκίνος, είναι ένας κακοήθης όγκος που αναπτύσσεται στο εσωτερικό τοίχωμα του παχέος εντέρου ή στο ορθό. Οι περισσότεροι καρκίνοι του παχέος εντέρου αναπτύσσονται πρώτα ως πολύποδες, οι οποίοι αργότερα εξελίσσονται σε καρκίνο, εάν δεν αφαιρεθούν. Ο τακτικός έλεγχος του παχέος εντέρου και η αφαίρεση των πολυπόδων μπορεί να προλάβει την ανάπτυξη του καρκίνου. Αποτελεί έναν από τους πλέον θεραπεύσιμους καρκίνους εάν και εφόσον διαγνωστεί έγκαιρα.

Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής), Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα νεότερα δεδομένα της πρόσφατης δημοσίευσης των Amir Qaseem και συνεργατών στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση Annals of Internal Medicine.

Οι συστάσεις συνοψίζονται σε 4 κύρια σημεία:

  • Ο προσυμπτωματικός έλεγχος για τον καρκίνο του παχέος εντέρου σε ασυμπτωματικούς ενήλικες μέσου κινδύνου θα πρέπει να ξεκινάει σε ηλικία 50 ετών.

 

  • Οι κλινικοί γιατροί θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο να μην προχωρούν σε προσυμπτωματικούς ελέγχους για ενήλικες μέσου κινδύνου μεταξύ 45 και 49 ετών. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να σταθμίζονται τα οφέλη και οι πιθανοί κίνδυνοι από τη διενέργεια προσυμπτωματικού ελέγχου σε αυτή την πληθυσμιακή ομάδα.

 

  • Ο προσυμπτωματικός έλεγχος για τον καρκίνο του παχέος εντέρου θα πρέπει να σταματάει σε ασυμπτωματικούς ενήλικες μέσου κινδύνου ηλικίας άνω των 75 ετών ή σε ασυμπτωματικούς ενήλικες μέσου κινδύνου με προσδόκιμο ζωής λιγότερο από 10 έτη.

 

  • Οι κλινικοί γιατροί θα πρέπει να επιλέξουν μια δοκιμασία προσυμπτωματικού ελέγχου για καρκίνο του παχέος εντέρου σε συνεννόηση με τον ασθενή τους με βάση μια συζήτηση για τα οφέλη, τις βλάβες, το κόστος, τη διαθεσιμότητα, τη συχνότητα και τις αξίες και τις προτιμήσεις του ασθενούς.

 

Οι δοκιμασίες προσυμπτωματικού ελέγχου για καρκίνο του παχέος εντέρου περιλαμβάνουν: ανοσοχημική εξέταση κοπράνων ή εξέταση κοπράνων για ύπαρξη αίματος με δοκιμασία υψηλής ευαισθησίας γουαϊακίου κάθε 2 χρόνια, κολονοσκόπηση κάθε 10 χρόνια ή σιγμοειδοσκόπηση κάθε 10 χρόνια συν μια ανοσοχημική εξέταση κοπράνων κάθε 2 χρόνια.

Δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται εξετάσεις για προσυμπτωματικό έλεγχο καρκίνου του παχέος εντέρου όπως ο έλεγχος για DNA κοπράνων, κολονογραφία με αξονική τομογραφία, ενδοσκόπηση με κάψουλα, εξετάσεις ούρων ή περιφερικού αίματος.

Αναλυτικά μπορεί αν δει κανείς στην σελίδα του Παγκόσμιο Οργανισμού υγείας για τον        Ευρωπαικό κώδικα κατά του καρκίνου όπου γίνεται σαφέστατη αναφορά στο προσυμπτωματικό έλεγχο και όχι μόνο

https://cancer-code-europe.iarc.fr/index.php/el/12-ways/screening/bowel-cancer-screening/

https://www.europarl.europa.eu/news/el/headlines/society/20200131STO71517/katapolemontas-ton-karkino-stin-ee-statistika-kai-draseis

Ενώ συνοπτικά μπορείτε να διαβάσετε την μελέτη των καθηγητών του ΕΚΠΑ στο παρακάτω link

Πηγή: https://www.healthng.gr/%cf%83%ce%b5-%cf%80%ce%bf%ce%b9%ce%b1-%ce%b7%ce%bb%ce%b9%ce%ba%ce%af%ce%b1-%cf%80%cf%81%ce%ad%cf%80%ce%b5%ce%b9-%ce%bd%ce%b1-%ce%be%ce%b5%ce%ba%ce%b9%ce%bd%ce%ac%ce%b5%ce%b9-%ce%bf-%cf%80%cf%81%ce%bf/

K3 Δράσεις

Κατάθλιψη, άγχος και καρκίνος: πραγματική ή πλασματική συσχέτιση;

Η κατάθλιψη και το άγχος θεωρείται εδώ και καιρό ότι σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου. Ωστόσο, τα διαθέσιμα στοιχεία δεν παρέχουν σαφείς αποδείξεις ώστε να τεκμηριωθεί η συσχέτιση. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής), Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα ευρήματα σχετικής μελέτης των Lonneke A. van Tuijl και συνεργατών στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση Cancer.

Οι ερευνητές θέλησαν να παρέχουν μια ισχυρότερη βάση για να προσδιορίσουν τους πιθανούς συσχετισμούς μεταξύ κατάθλιψης, άγχους και συχνότητας εμφάνισης καρκίνου συνολικά, αλλά και επιμέρους τύπων καρκίνου όπως καρκίνος του μαστού, του πνεύμονα, του προστάτη, του παχέος εντέρου, δηλαδή καρκίνων που σχετίζονται με το αλκοόλ και καρκίνων που σχετίζονται με το κάπνισμα.

Οι ερευνητές προχώρησαν σε μετα-αναλύσεις δεδομένων από τους συμμετέχοντες στη μελέτη «Ψυχοκοινωνικοί Παράγοντες και Επίπτωση Καρκίνου (PSY-CA)» που πραγματοποιήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, στον Καναδά, στην Ολλανδία και στη Νορβηγία. Η μελέτη PSY-CA περιλαμβάνει δεδομένα από 18 ομάδες συμμετεχόντων που έχουν διαθέσιμες μετρήσεις δεικτών κατάθλιψης ή άγχους. Συνολικά, περιλαμβάνει 319.613 άτομα και 25.803 περιστατικά καρκίνου σε διάστημα παρακολούθησης 8-26 ετών. Τόσο τα συμπτώματα όσο και η διάγνωση της κατάθλιψης και του άγχους εξετάστηκαν ως πιθανοί προγνωστικοί παράγοντες μελλοντικού κινδύνου εμφάνισης καρκίνου.

Δεν ανεδείχθηκαν συσχετισμοί μεταξύ κατάθλιψης ή άγχους και εμφάνισης καρκίνου γενικά, αλλά και ειδικότερα καρκίνων που σχετίζονται με το αλκοόλ, καρκίνο του μαστού, του προστάτη, και του ορθού. Η κατάθλιψη και το άγχος συσχετίστηκαν με αυξημένη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα και καρκίνων που σχετίζονται με το κάπνισμα. Ωστόσο, οι συσχετισμοί εξασθένησαν σημαντικά όταν οι αναλύσεις προσαρμόστηκαν επιπλέον για γνωστούς παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου, όπως το κάπνισμα, η χρήση αλκοόλ και ο αυξημένος δείκτης μάζας σώματος. Πράγματι, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, φαίνεται ότι η συσχέτιση μεταξύ κατάθλιψης και καρκίνων που σχετίζονται με το κάπνισμα μπορεί να αποδοθεί στην αυξημένη συχνότητα καπνιστών μεταξύ των ατόμων που εμφανίζουν κατάθλιψη. Επιπλέον, μπορεί να υπάρχουν κοινοί γενετικοί ή/και περιβαλλοντικοί παράγοντες οι οποίοι να αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης τόσο κατάθλιψης/άγχους όσο και συγκεκριμένων τύπων καρκίνου.

Η αξιοπιστία των αποτελεσμάτων της συγκεκριμένης μελέτης έγκειται στην άρτια στατιστική ανάλυση των δεδομένων από μεγάλο αριθμό συμμετεχόντων και στη μεθοδολογική προσέγγιση των ερευνητών που περιόρισαν σημαντικά την πιθανότητα συστηματικών σφαλμάτων στη μετα-ανάλυση.

Συμπερασματικά, η κατάθλιψη και το άγχος δεν φαίνεται να σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου.

https://www.uoa.gr/anakoinoseis_kai_ekdiloseis/proboli_anakoinosis/enimerosi_gia_themata_ygeias_apo_ti_therapeytiki_kliniki_toy_ethnikoy_kai_kapodistriakoy_panepistimioy/

Προσυμπτωματικός έλεγχος για τον καρκίνο τραχήλου της μήτρας

Παρά τις εξελίξεις στην πρόληψη, στη διάγνωση και στη θεραπεία, ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας αποτελεί σημαντικό παράγοντα νοσηρότητας με δυνητικά θανατηφόρα έκβαση.

Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, κάθε χρόνο στις ΗΠΑ, περίπου

  • 100.000 άτομα υποβάλλονται σε θεραπεία για προκαρκινικές βλάβες του τραχήλου της μήτρας,
  • 14.000 άτομα διαγιγνώσκονται με καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, και
  • 4.000 άτομα πεθαίνουν από καρκίνο του τραχήλου της μήτρας.

Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Προληπτικής Ιατρικής και Επιδημιολογίας), Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα κυριότερα σημεία της πρόσφατης ανασκόπησης των Rebecca B. Perkins και συνεργατών στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση JAMA (8/8/23).

Ουσιαστικά όλοι οι καρκίνοι του τραχήλου της μήτρας παγκοσμίως προκαλούνται από εμμένουσες λοιμώξεις με έναν από τους 13 καρκινογόνους γονότυπους του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV): 16, 18, 31, 33, 35, 39, 45, 51, 52, 56, 58, 59 και 68. Ο εμβολιασμός κατά του HPV σε ηλικίες 9 έως 12 ετών είναι πιθανό να αποτρέψει περισσότερο από το 90% των προκαρκινικών αλλοιώσεων και των καρκίνων του τραχήλου της μήτρας. Στις ηλικίες 21 έως 65 ετών, ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας προλαμβάνεται με τον προσυμπτωματικό έλεγχο και τη θεραπεία των προκαρκινικών σταδίων της νόσου, που ορίζονται ως υψηλόβαθμες πλακώδεις ενδοεπιθηλιακές βλάβες του τραχήλου της μήτρας.

Οι υψηλόβαθμες αλλοιώσεις μπορεί να εξελιχθούν σε καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, αν δεν θεραπευτούν. Ο έλεγχος για HPV στον τράχηλο της μήτρας είναι κατά 90% ευαίσθητος στην ανίχνευση προκαρκινικών αλλοιώσεων. Στο γενικό πληθυσμό, ο κίνδυνος προκαρκινικών αλλοιώσεων είναι μικρότερος από 0,15% σε διάστημα 5 ετών μετά από αρνητικό αποτέλεσμα της δοκιμής HPV. Μεταξύ των ατόμων με θετικό αποτέλεσμα HPV, ένας συνδυασμός γονοτυπικής ανάλυσης του HPV και της κυτταρολογίας (έλεγχος κατά Παπανικολάου) μπορεί να προσδιορίσει τον κίνδυνο των προκαρκινικών αλλοιώσεων.

Για άτομα με κίνδυνο για προκαρκινικές βλάβες κάτω του 4%, συνιστάται επανάληψη του ελέγχου HPV σε 1, 3 ή 5 χρόνια ανάλογα με τον ακριβή κίνδυνο ανάπτυξης προκαρκινικής βλάβης στα 5 έτη. Για άτομα με κίνδυνο από 4% έως 24%, όπως είναι όσα έχουν αποτελέσματα κυτταρολογικών εξετάσεων χαμηλού βαθμού (άτυπα πλακώδη κύτταρα απροσδιόριστης σημασίας [ASC-US] ή χαμηλού βαθμού πλακώδη ενδοεπιθηλιακή βλάβη [LSIL]) και μια θετική δοκιμασία HPV αγνώστου διάρκειας, συνιστάται η κολποσκόπηση.

Για ασθενείς με κίνδυνο για προκαρκινικές αλλοιώσεις μικρότερο του 25% (π. χ. ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία του τραχήλου της μήτρας βαθμού 1 [CIN1] ή ιστολογικά χαμηλού βαθμού πλακώδη ενδοεπιθηλιακή βλάβη [LSIL]), οι σχετιζόμενες με τη θεραπεία παρενέργειες, συμπεριλαμβανομένης πιθανής συσχέτισης με πρόωρο τοκετό, μπορούν να μειωθούν με την επανάληψη της κολποσκόπησης για παρακολούθηση των προκαρκινικών αλλοιώσεων και να αποφευχθεί η εκτομή.

Για ασθενείς με κίνδυνο για προκαρκινικές αλλοιώσεις από 25% έως 59% (π. χ. κυτταρολογικά αποτελέσματα υψηλού βαθμού άτυπων πλακωδών κυττάρων που δε μπορούν να αποκλείσουν υψηλού βαθμού αλλοιώσεις [ASC-H] ή υψηλού βαθμού πλακώδη ενδοεπιθηλιακή βλάβη [HSIL] με θετικά αποτελέσματα εξετάσεων HPV), η αντιμετώπιση συνίσταται σε κολποσκόπηση με βιοψία ή εκτομή της βλάβης.

Τέλος, για άτομα με κίνδυνο για προκαρκινικές αλλοιώσεις 60% ή περισσότερο, όπως οι ασθενείς με υψηλού βαθμού πλακώδη ενδοεπιθηλιακή βλάβη θετική στον HPV-16, προτιμάται να προχωρούν απευθείας σε θεραπεία εκτομής της βλάβης. Ωστόσο, η διενέργεια κολποσκόπησης για να επιβεβαιωθεί η ανάγκη για την εκτομή είναι αποδεκτή.

Συμπερασματικά, για την πρόληψη του καρκίνου τραχήλου της μήτρας θα πρέπει να γίνεται έλεγχος για HPV, και αν είναι θετικός, θα πρέπει να πραγματοποιούνται γονοτυπική ανάλυση και κυτταρολογική εξέταση για να εκτιμηθεί ο κίνδυνος για προκαρκινικές αλλοιώσεις του τραχήλου της μήτρας και ακολούθως να προσδιοριστεί η ανάγκη για κολποσκόπηση ή/και θεραπεία. Ο εμβολιασμός κατά του HPV στην εφηβεία πιθανότατα θα αποτρέψει την ανάπτυξη άνω του 90% των προκαρκινικών αλλοιώσεων και των καρκίνων του τραχήλου της μήτρας.

Δείτε αναλυτικά στην έρευνα που ακολουθεί :

https://www.uoa.gr/fileadmin/user_upload/PDF-files/anakoinwseis/themata_ygeias/2023/1108_prosymptwmatikos_elegxos_karkinoy_traxhlou_mhtras.pdf

Μια κλινική μελέτη όχι σαν της άλλες :Home_Based Digital Mindful Dance Program για περιπτώσεις καρκίνου του μαστού

Κατά τη διάρκεια του COVID-19, η τηλεφροντίδα αντικαθιστά την προσωπική επαφή για τη διατήρηση της κοινωνικής απόστασης και τη μείωση της εξάπλωσης του ιού. Η τρέχουσα επιδημία φτάνει στο τέλος της. Ωστόσο, για τις περιπτώσεις καρκίνου του μαστού, ανεξάρτητα από το στάδιο της θεραπείας ή της επιβίωσης, αντιμετωπίζουν σωματικά και ψυχικά συμπτώματα, όπως η “κοινωνική απομόνωση”, η οποία επηρεάζει την ποιότητα ζωής τους. Μελέτες έχουν δείξει ότι η ενσυνειδητότητα και ο χορός μπορούν να βοηθήσουν τις περιπτώσεις καρκίνου του μαστού να βελτιώσουν την κατάθλιψη και την ποιότητα ζωής, αλλά οι περισσότερες από αυτές διεξάγονται πρόσωπο με πρόσωπο. Η διαδικτυακή ενσυνειδητότητα/χορός βοήθησε περιπτώσεις καρκίνου του μαστού χωρίς τους περιορισμούς του χρόνου, του χώρου, της απόστασης και της κατάστασης θεραπείας, αλλά δεν υπάρχουν αρκετά αποδεικτικά στοιχεία.

Ο σκοπός αυτής της μελέτης θα είναι να σχεδιαστεί ένα “ψηφιακό πρόγραμμα ενσυνείδητου χορού στο σπίτι” κατάλληλο για τις περιπτώσεις καρκίνου του μαστού μας και να διεξαχθεί κλινική δοκιμή σχετικά με τη σκοπιμότητά του, την ευαισθητοποίηση του νου και του σώματος και την ποιότητα ζωής. Τέλος, μέσω συνεντεύξεων σε βάθος, θα κατανοήσουμε την υποκειμενική εμπειρία των περιπτώσεων καρκίνου του μαστού σχετικά με το πρόγραμμα. Τα αποτελέσματα της έρευνας αναμένεται να παρέχουν μια εμπειρική αναφορά για την πολυ-φροντίδα για τον καρκίνο του μαστού στη χώρα μας και στο εξωτερικό.

Πιο αναλυτικά: Από το ξέσπασμα της παγκόσμιας πανδημίας COVID-19 στα τέλη του 2019, η διατήρηση της κοινωνικής απόστασης έχει γίνει μια σημαντική στρατηγική για την αποφυγή της μόλυνσης από τον ιό. Διάφορες παρεμβάσεις παρεμβατικής φροντίδας που παραδοσιακά πρέπει να εφαρμόζονται πρόσωπο με πρόσωπο πρέπει επίσης επειγόντως να προσαρμοστούν στο διαδίκτυο με τη βοήθεια εργαλείων ψηφιακής τεχνολογίας.

Παροχή (π.χ. βιντεοκλινική). Αν και η τρέχουσα επιδημική κατάσταση τείνει να σταθεροποιηθεί, εντούτοις, για τις ασθενείς με καρκίνο του μαστού, βρίσκονται συχνά σε κατάσταση “κοινωνικής απομόνωσης” σωματικά και ψυχικά από την αρχή της διάγνωσης και της θεραπείας έως το στάδιο της επιβίωσης μετά τη θεραπεία. Επειδή οι ασθενείς με καρκίνο του μαστού πρέπει συχνά να λαμβάνουν χημειοθεραπεία, επηρεάζονται από τα φάρμακα και παράγουν καταστολή του μυελού των οστών, με αποτέλεσμα να έχουν χαμηλότερη αυτοάνοση λειτουργία από τους φυσιολογικούς ανθρώπους. Ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου μόλυνσης και πρέπει να λαμβάνουν μέτρα αυτοπροστασίας και να μειώνουν τη μετάβαση σε δημόσιους χώρους. Ακόμη και αν έχουν ολοκληρωθεί όλες οι θεραπείες για τον καρκίνο και βρίσκονται στην περίοδο επιβίωσης, ορισμένοι ασθενείς μπορεί να επιλέξουν να εγκαταλείψουν νωρίτερα τον σκληρά εργαζόμενο χώρο εργασίας λόγω του φόβου υποτροπής του καρκίνου ή της κοινωνικής προκατάληψης για να μειώσουν το άγχος και τις απειλές για την υγεία, αλλά ανησυχούν επίσης για την επιβάρυνση των οικογενειών τους και την απώλεια ζωής. Κέντρο βάρους, όταν οι πολλαπλές ψυχολογικές πιέσεις συνεχίζουν να συσσωρεύονται, είναι εύκολο να προκληθεί συναισθηματική δυσφορία, όπως άγχος ή κατάθλιψη, και επηρεάζει επίσης σοβαρά τις διαπροσωπικές σχέσεις και τις κοινωνικές δεξιότητες.

Ως εκ τούτου, είτε πρόκειται για το στάδιο της θεραπείας είτε για το στάδιο της επιβίωσης, το σώμα και το μυαλό υποφέρουν συχνά από μια αρνητική κατάσταση όπως η “κοινωνική απομόνωση” .

Η ενσυνειδητότητα έχει συνειδητή επίγνωση του παρόντος σώματος, του νου και του περιβάλλοντος και διατηρεί μια αντικειμενική, ανεκτική και μη επικριτική στάση. Οι ασκήσεις της περιλαμβάνουν την παρατήρηση της αναπνοής, τη σάρωση του σώματος, το διαλογισμό, το περπάτημα, τη γιόγκα και τις τεχνικές χαλάρωσης. Ο χορός είναι μια δραστηριότητα διπλής εργασίας που ενσωματώνει γνωστικά, κινητικά και συναισθηματικά καθήκοντα μέσω ενός συνδυασμού χωρικής επίγνωσης, κινητικού συντονισμού, ισορροπίας, αντοχής και αλληλεπίδρασης. Προηγούμενες μελέτες έχουν επισημάνει ότι τα μέτρα του προσεκτικού χορού μέσω τεχνικών ενσυνειδητότητας, χορευτικών κινήσεων ή ενός συνδυασμού των δύο μπορούν να βοηθήσουν τις ασθενείς με καρκίνο του μαστού να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους, να μειώσουν την κατάθλιψη, το άγχος, τον πόνο, τα συμπτώματα κόπωσης, να βελτιώσουν την ποιότητα του ύπνου και να μειώσουν τον φόβο υποτροπής του καρκίνου και πολλά άλλα οφέλη.

Δείτε περισσότερα στο άρθρο της:

https://www.careacross.com/clinical-trials/trial/NCT05938686

Νέα μελέτη αποκαλύπτει τον μηχανισμό με τον οποίο όγκοι του νευρικού συστήματος μετατρέπονται σε κακοήθεια

Μια νέα μελέτη που διεξήχθη στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας (ΙΜΒΒ) του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΤΕ) και δημοσιεύτηκε χθες στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό PNAS, διερευνά τις οδούς μέσα από τις οποίες οι εσωτερικές διεργασίες των καρκινικών κυττάρων και οι αλληλεπιδράσεις με το μικροπεριβάλλον τους, οδηγούν στην ανάπτυξη όγκου στον εγκέφαλο και την πορεία του προς την κακοήθεια.

Κάθε χρόνο, 6 στους 100.000 ανθρώπους (παιδιά και ενήλικες) λαμβάνουν διάγνωση κάποιας μορφής καρκίνου στον εγκέφαλο και στο νευρικό σύστημα. Οι περισσότεροι θα υποβληθούν σε συνδυαστική θεραπεία με ακτινοβολίες και χημειοθεραπεία, ωστόσο μονάχα το 33% θα επιβιώσει για 5 χρόνια. Το προσδόκιμο ζωής για την πλειοψηφία θα είναι 18 μήνες με δύο χρόνια.

Ενώ υπάρχει έντονο ερευνητικό ενδιαφέρον για τους νευρικούς καρκίνους, οι υφιστάμενες θεραπείες εξακολουθούν να μην είναι πολύ αποτελεσματικές. Ο λόγος έγκειται στο γεγονός ότι οι νευρικοί όγκοι αποτελούνται από ποικίλα κύτταρα, καρκινικά και μη. Μόνο ένα υποσύνολο αυτών φέρει τον συνδυασμό των μεταλλαγών που συμβάλλει στη γέννηση και διατήρηση του όγκου, ωστόσο είναι άγνωστο με ποιους μηχανισμούς δρουν οι ομάδες αυτών των κυττάρων. Τα κύτταρα αυτά ονομάζονται καρκινικά βλαστικά κύτταρα και πιστεύεται ότι, για να επιτύχουν την ανάπτυξη του όγκου, χρησιμοποιούν διαδικασίες με τις οποίες, υπό φυσιολογικές συνθήκες, τα νευρικά βλαστικά κύτταρα δημιουργούν νευρώνες και γλοιοκύτταρα, κατά την ανάπτυξη και την επισκευή ιστού μετά από βλάβη.

Η ερευνητική κοινότητα πιστεύει ότι η πορεία ενός όγκου προς την κακοήθεια είναι συνήθως απόρροια ενός συνδυασμού απορυθμισμένων εσωτερικών διαδικασιών στα καρκινικά βλαστικά κύτταρα και αλληλεπιδράσεων με τους γείτονές τους, όπως κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος που διηθούν τον όγκο.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι, καθώς ο όγκος προχωράει προς την κακοήθεια, η αναπτυξιακή διαδικασία που σχετίζεται με τη νευρική διαφοροποίηση φθίνει, ενώ ταυτόχρονα ενεργοποιούνται οι διαδικασίες που σχετίζονται με αύξηση/πολλαπλασιασμό κυττάρων, τον μεταβολισμό και την ανοσοποίηση.

Κάνοντας χρήση επιτηδευμένων γενετικών εργαλείων έδειξαν ότι δύο μονοπάτια που σχετίζονται με την κυτταρική αύξηση, συγκεκριμένα το ογκογονίδιο Myc και ο υποδοχέας της ινσουλίνης, είναι απαραίτητα για την εξέλιξη των όγκων προς την κακοήθεια. Επίσης διαπίστωσαν ότι τα μακροφάγα της μύγας ξενιστή (οι στρατιώτες πρώτης γραμμής άμυνας ενός οργανισμού κατά την εισβολή παθογόνων μικροοργανισμών) διεισδύουν στους όγκους και αντιστέκονται στην ανάπτυξή τους μέσα στον ξενιστή. Η παρατήρηση έδειξε ότι τα μακροφάγα τρώνε καρκινικά κύτταρα (μια διαδικασία γνωστή με το όνομα φαγοκυττάρωση) καθυστερώντας έτσι την ανάπτυξη του όγκου. Όταν στα μακροφάγα μειώσουμε έναν επιφανειακό υποδοχέα που συμμετέχει στη φαγοκυττάρωση μικροοργανισμών, αδυνατούν να δεσμεύσουν αποτελεσματικά τα καρκινικά κύτταρα, με αποτέλεσμα ο όγκος να μεγαλώνει πιο γρήγορα και να σκοτώνει ταχύτερα τον ξενιστή του. Ενώ η φαγοκυττάρωση αντιστέκεται στην εξάπλωση του όγκου, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι τα μακροφάγα έχουν επίσης την ικανότητα να επιταχύνουν την ανάπτυξη του όγκου μέσω της παραγωγής ελεύθερων ριζών οξυγόνου (ROS) οι οποίες συμβάλλουν στη θνητότητα του ξενιστή.

Τα ευρήματα αυτά συμβάλλουν στην καλύτερη κατανόηση των στρατηγικών ανάπτυξης των νευρικών όγκων και των σύνθετων αλληλεπιδράσεών τους με το μικροπεριβάλλον τους. Μελλοντικά, θα μπορούσαν να αποτελέσουν κατευθυντήριες γραμμές για μελέτες σε θηλαστικά. Επίσης, θα μπορούσαν να συμβάλλουν στον σχεδιασμό και την ανάπτυξη νέων και αποτελεσματικών χημικών η ανοσολογικών στρατηγικών για τη στόχευση της ικανότητας πολλαπλασιασμού των καρκινικών κυττάρων σε όγκους που σχετίζονται με τον εγκέφαλο και το νευρικό σύστημα, με απώτερο στόχο τη βελτίωση του προσδόκιμου ζωής σε καρκινοπαθείς.

Για τη διεκπεραίωση αυτής της εργασίας, η ερευνητική ομάδα στο ΙΜΒΒ έλαβε χρηματοδότηση από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ), το Worldwide Cancer Research και το Ίδρυμα Fondation Sante.

Η επιστημονική δημοσίευση στο PNAS: https://doi.org/10.1073/pnas.2221601120

Ενω περισσότερα για τα νέα στο :

https://www.forth.gr/el/news/show/&tid=2305?fbclid=IwAR3lKp30WwcVppaODqqK5Bjn8G9Jt4ze9AKnRqcDRG7f4Jf9vM3cfwr-zNw