Ευρωπαϊκό Συνέδριο Παθολογικής Ογκολογίας (ESMO): Τα σημαντικότερα νέα

Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής Μιχάλης Λιόντος (Επίκουρος Καθηγητής), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής), Μαρία Καπαρέλου και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας) συνοψίζουν τα σημαντικότερα δεδομένα του Συνεδρίου.

Στο φετινό συνέδριο, έχει την τιμητική του ο καρκίνος του πνεύμονα. Παρουσιάστηκαν μια σειρά σημαντικών μελετών για την αντιμετώπιση της τοπικής νόσου αλλά και των ασθενών με μεταστατική νόσο που φέρουν συγκεκριμένες μεταλλάξεις. Κατ’ αρχήν για τους ασθενείς με μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα και τοπική νόσο που είναι δυνητικά εξαιρέσιμη (στάδια ΙΙ-ΙΙΙΒ) θα ανακοινωθούν τα αποτελέσματα δύο μεγάλων φάσης ΙΙΙ μελετών (ΚΕΥΝΟΤΕ-671 και Checkmate-77T) που εξετάζουν το όφελος της περιεγχειρητικής χορήγησης ανοσοθεραπείας (πεμπρολιζουμάμπης και νιβολουμάμπης αντίστοιχα) μαζί με προεγχειρητική χημειοθεραπεία σε αυτή την ομάδα ασθενών. Και στις δύο μελέτες η προσθήκη της ανοσοθεραπείας στην χημειοθεραπεία αυξάνει σε στατιστικά σημαντικό βαθμό την ανταπόκριση των ασθενών καθώς και τον χρόνο χωρίς υποτροπή της νόσου. Επιπλέον, στην μελέτη της πεμπρολιζουμάμπης διαπιστώθηκε και όφελος στην συνολική επιβίωση ενώ για την νιβολουμάμπη τα δεδομένα δεν είναι ακόμη ώριμα. Τα αποτελέσματα αυτά είναι συνηγορητικά ότι η περιεγχειρητική χορήγηση ανοσοθεραπείας με τη μορφή αντι-PD1 αντισωμάτων (πεμπρολιζουμάμπη ή νιβολουμάμπη) θα αποτελέσει την νέα καθιερωμένη θεραπευτική πρακτική σε αυτό το στάδιο της νόσου.

Τα τελευταία χρόνια για μια σειρά από μεταλλάξεις που προάγουν την καρκινογένεση στον μη μικροκυτταρικό καρκίνο πνεύμονα έχουν αναπτυχθεί στοχεύουσες θεραπείες με ιδιαίτερα σημαντικό όφελος επιβίωσης. Οι θεραπείες αυτές όμως ως τώρα έχουν βρει εφαρμογή μόνο σε ασθενείς με μεταστατική νόσο με την εξαίρεση του EGFR αναστολέα οσιμερτινίμπη που χρησιμοποιείται και ως επικουρική αγωγή σε ασθενείς με EGFR μεταλλάξεις που έχουν υποβληθεί σε ριζική εξαίρεση της νόσου τους. Στο φετινό ESMO όμως θα ανακοινωθεί η μελέτη ALINA, όπου δοκιμάστηκε ο αναστολέας αλεκτινίμπη ως επικουρική αγωγή σε ασθενείς με χειρουργηθέντα μη μικροκυτταρικό καρκίνο πνεύμονα (στάδια ΙΒ-ΙΙΙΑ) που έφεραν αναδιατάξεις στο γονίδιο ALK. Η μελέτη κατέδειξε ότι η εκλεκτική αναστολή του ALK υπερέχει σημαντικά της χημειοθεραπείας που ήταν η ως τώρα καθιερωμένη επικουρική αγωγή για αυτούς τους ασθενείς, μειώνοντας τον κίνδυνο υποτροπής της νόσου κατά 75%. Τα δεδομένα αυτά επίσης καταδεικνύουν την ανάγκη για μοριακό χαρακτηρισμό της νόσου ακόμη και των μη μεταστατικών ασθενών

Ιδιαίτερα σημαντικά όμως είναι και τα αποτελέσματα που θα ανακοινωθούν για τους ασθενείς με μεταστατικό μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα που

φέρουν οδηγές μεταλλάξεις. Πλέον κατανοούμε ότι η εξαρχής χορήγηση μικρομοριακών αναστολέων που στοχεύουν εκλεκτικά αυτές τις μεταλλάξεις παρέχει μεγαλύτερο όφελος επιβίωσης στους ασθενείς έναντι της χορήγησης χημειοθεραπείας. Ήδη αυτό είχε αποδειχθεί για τους ασθενείς με μεταλλάξεις EGFR και ALK και μετά τις ανακοινώσεις στο φετινό ESMO αυτό αναμένεται να ισχύσει και για τους ασθενείς που φέρουν μεταλλάξεις στο γονίδιο RET και στο εξώνιο 20 του EGFR. Πιο συγκεκριμένα, η μελέτη LIBRETTO-431 αποδεικνύει ότι ο αναστολέας του RET σελπρεκατινίμπη υπέρεχει του συνδυασμού χημειοθεραπείας και ανοσοθεραπείας ως αρχική αντιμετώπιση της μεταστατικής νόσου των ασθενών που φέρουν αναδιατάξεις του γονίδιου RET. Αντίστοιχα, η μελέτη PAPILLON αποδεικνύει ότι η προσθήκη του αμφιειδικού αντισώματος αμιβαταμάμπη (αντι- EGFR και ΜΕΤ) στη χημειοθεραπεία αποτελεί την καλύτερη θεραπευτική επιλογή για ασθενείς με μεταλλάξεις στο εξώνιο 20 του EGFR.

Αλλαγές όμως αναμένονται μετά από αρκετά χρόνια και στην αρχική αντιμετώπιση των ασθενών με μεταστατικό μη μικροκυτταρικό καρκίνο πνεύμονα που φέρουν μεταλλάξεις του EGFR. Ο τρίτης γενιάς μικρομοριακός αναστολέας οσιμερετινίμπη αποτελεί ως τώρα την καθιερωμένη αγωγή με σημαντικό όφελος στο χρόνο ως την υποτροπή της νόσου και τη συνολική επιβίωση. Η μελέτη MARIPOSA που θα ανακοινωθεί στην ολομέλεια του συνεδρίου καταδεικνύει ότι ο συνδυασμός της αμιβαταμάμπης (αντι-EGFR και ΜΕΤ αμφι-ειδικό αντίσωμα) και του EGFR αναστολέα λαζερτινίμπης υπερέχει της οσιμερτινίμπης στον χρόνο ως την υποτροπή της νόσου. Ο συνδυασμός βέβαια συνδέεται με μεγαλύτερο ποσοστό ανεπιθύμητων ενεργειών και τα αποτελέσματα ασφαλείας αναμένονται με ενδιαφέρον για να καθορισθεί αν και για ποιους ασθενείς μπορεί να αποτελέσει την νέα καθιερωμένη θεραπευτική επιλογή.

Αναφορικά με τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, εδώ και τριάντα χρόνια, η καθιερωμένη αγωγή της τοπικά προχωρημένης νόσου περιλαμβάνει τη συνδυασμένη ταυτόχρονη χημειοακτινοθεραπεία με τη χρήση σισπλατίνης. Στο φετινό ESMO όμως ανακοινώνονται δύο σημαντικές μελέτες που αναμένεται να αλλάξουν την πρακτική μας. Η πρώτη μελέτη (INTERLACE) δοκίμασε τη χρήση εισαγωγικής χημειοθεραπείας με 6 εβδομαδιαίες εγχύσεις πακλιταξέλης και κραμποπλατίνης πριν από την χημειοακτινοθεραπεία, αποδεικνύοντας σημαντική αύξηση τόσο στον χρόνο ως την υποτροπή της νόσου όσο και στη συνολική επιβίωση. Ο καρκίνος τραχήλου της μήτρας εμφανίζει ιδιαίτερα υψηλή επίπτωση σε χώρες με χαμηλό βαθμό οικονομικής ανάπτυξης όπου η πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες είναι περιορισμένη. Επομένως, είναι σημαντικό ότι η μελέτη INTERLACE συμπεριέλαβε ασθενείς από τέτοιες χώρες καταδεικνύοντας ότι η εισαγωγική θεραπεία είναι εύκολα εφικτή και μπορεί να προσφέρει σημαντικό όφελος επιβίωσης σε πληθυσμούς που πραγματικά έχουν ανάγκη νέες και απλές θεραπευτικές πρακτικές.

Η δεύτερη μελέτη που αλλάζει τα δεδομένα στον τοπικά προχωρημένο καρκίνο τραχήλου της μήτρας είναι η KEYNOTE-A18 που απέδειξε ότι η προσθήκη του αντι- PD1 αντισώματος πεμπρολιζουμάμπη στη χημειοακτινοθεραπεία και ως ακολούθως θεραπεία συντήρησης αυξάνει σημαντικά το χρόνο ως την υποτροπή της νόσου. Παρότι προηγούμενες μελέτες που εξέταζαν τον ρόλο της ανοσοθεραπείας στον τοπικά προχωρημένο καρκίνο τραχήλου της μήτρας δεν είχαν αποδώσει θετικά αποτελέσματα, η ΚΕΥΝΟΤΕ-Α18 θέτει το συνδυασμό πεμπρολιζουμάμπης και χημειοακτινοθεραπείας ως την προτιμητέα θεραπευτική επιλογή. Θα πρέπει να τονιστεί ότι για τη συγκεκριμένη μελέτη, η Θεραπευτική Κλινική αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα ερευνητικά κέντρα σε παγκόσμιο επίπεδο προσφέροντας τη δυνατότητα σε αρκετές ασθενείς στην Ελλάδα να λάβουν καινοτόμες θεραπείες.

Σημαντικές εξελίξεις θα υπάρξουν όμως και στα νεοπλάσματα του ουροποιογεννητικού συστήματος. Καταρχήν, για τον καρκίνο ουροδόχου κύστης ήταν κοινή πεποίθηση ότι η χημειοθεραπεία με βάση τη σισπλατίνη αποτελεί την καλύτερη αρχική θεραπευτική επιλογή για όσους ασθενείς έχουν μεταστατική νόσο. Μια νέα μελέτη, η EV-302/KEYNOTE-A39 έρχεται να ταράξει τα νερά αποδεικνύοντας ότι σε αυτούς τους ασθενείς ένας συνδυασμός στοχευουσών θεραπειών υπερέχει κατά πολύ της χημειοθεραπείας. Πιο συγκεκριμένα, ο συνδυασμός της ενφορτουμάμπης βεντοϊτίνης (συζευγμένου με χημειοθεραπεία αντισώματος έναντι της Νεκτίνης-4) με τον ανοσοθεραπευτικό παράγοντα πεμπρολιζουμάμπη σχεδόν διπλασίασε την επιβίωση των ασθενών έναντι της χρήσης χημειοθεραπείας. Είναι δεδομένα ότι ο συνδυασμός αυτός θα αποτελέσει μια νέα θεραπευτική επιλογή για τους ασθενείς με μεταστατικό ουροθηλιακό καρκίνο. Παράλληλα όμως θα ανακοινωθεί για τον ίδιο πληθυσμό ασθενών και η μελέτη CheckMate 901 που εξέτασε το όφελος από το συνδυασμό χημειοθεραπείας με βάση την πλατίνα και ανοσοθεραπείας (νιβολουμάμπη). Για πρώτη φορά ένας τέτοιος συνδυασμός αποδεικνύει όφελος επιβίωσης ως αρχική θεραπεία των ασθενών με μεταστατικό ουροθηλιακό καρκίνο. Επομένως, για ένα νεόπλασμα που τα προηγούμενα χρόνια οι θεραπευτικές επιλογές περιορίζονταν στην χημειοθεραπεία, πλέον υπάρχουν εναλλακτικές θεραπευτικές δυνατότητες και παράγοντες όπως αναδυόμενοι βιοδείκτες και το προφίλ ασφαλείας των φαρμάκων θα καθορίσουν τη βέλτιστη αντιμετώπιση των ασθενών.

Τέλος για τον καρκίνο του προστάτη, διάφορες θεραπευτικές επιλογές έχουν αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια για τους ασθενείς με μεταστατική ευνουχοάντοχη νόσο. Μεταξύ αυτών, η θεραπεία με το ραδιοφάρμακο Lu177-PSMA που στοχεύει τα καρκινικά κύτταρα του προστάτη που εκφράζουν ισχυρά την διαμεμβρανική πρωτεΐνη PSMA έχει λάβει ήδη έγκριση για ασθενείς που έχουν λάβει και νεότερα ορμονικά φάρμακα και χημειοθεραπεία. Η μελέτη PSMAfore που θα ανακοινωθεί στο ESMO αποδεικνύει όμως ότι η στόχευση του PSMA έχει θέσει σε πιο πρώιμα στάδια της νόσου. Συγκεκριμένα, σε ασθενείς που είχαν θετική έκφραση PSMA με βάση το διαγνωστικό PSMA PET/CT και είχαν υποτροπιάσει μετά από χρήση νεότερου ορμονικού φαρμάκου, το Lu-PSMA μείωσε κατά 60% την πιθανότητα υποτροπής έναντι της χρήσης εναλλακτικής ορμονικής θεραπείας. Μάλιστα, σε αυτόν τον πληθυσμό των ασθενών, οι ανεπιθύμητες ενέργειες από τη θεραπεία ήταν σε χαμηλό ποσοστό.

Τα μηνύματα λοιπόν που έρχονται από το ευρωπαϊκό συνέδριο ογκολογίας είναι αισιόδοξα. Οι θεραπευτικές δυνατότητες στην Ογκολογία βελτιώνονται διαρκώς με στόχο όχι μόνο της αύξηση της επιβίωσης των ασθενών αλλά και τη διασφάλιση της βέλτιστης δυνατής ποιότητας ζωής.

https://www.uoa.gr/fileadmin/user_upload/PDF-files/anakoinwseis/themata_ygeias/2023/2010_ESMO_preview.pdf

Οδηγίες από την Εταιρεία Κλινικής Ογκολογίας για τις “πρωτοφανείς” ελλείψεις φαρμάκων

Η Αμερικανική Εταιρεία Κλινικής Ογκολογίας (ASCO) δημοσίευσε κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης των ασθενών εν μέσω της τρέχουσας έλλειψης φαρμάκων για τον καρκίνο. Οι οδηγίες δημοσιεύτηκαν στο JCO Oncology Practice.

Οπως αναφέρεται στο άρθρο, οι ελλείψεις αντικαρκινικών φαρμάκων στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν «φθάσει σε πρωτοφανή επίπεδα». Στο πλαίσιο αυτό, η ASCO συγκάλεσε μια συμβουλευτική ομάδα 44 εμπειρογνωμόνων για να συντάξει γενικές αρχές σχετικά με τη διαχείριση της φροντίδας των ογκολογικών ασθενών κατά τη διάρκεια ελλείψεων φαρμάκων για τον καρκίνο.

Οι γενικές συστάσεις είναι οι εξής:

-Μη συνταγογραφείτε παράγοντα με περιορισμένη προσφορά εάν υπάρχει διαθέσιμη εναλλακτική θεραπεία με παρόμοια αποτελεσματικότητα και ασφάλεια.

-Όταν είναι κλινικά αποδεκτό, αυξήστε το διάστημα μεταξύ των κύκλων θεραπείας ή μειώστε τη συνολική δόση θεραπείας του παράγοντα.

Αποφύγετε τη χρήση ή ελαχιστοποιήστε τη χρήση ενός περιορισμένου παράγοντα σε υποτροπιάζοντες καρκίνους που είναι ανθεκτικοί σε αυτόν τον παράγοντα.

Ελαχιστοποιήστε τη σπατάλη περιορισμένων παραγόντων βελτιστοποιώντας το μέγεθος του φιαλιδίου, στρογγυλοποιώντας τις δόσεις και χρησιμοποιώντας φιαλίδια πολλαπλών χρήσεων.

Εάν ένας συγκεκριμένος παράγοντας δεν είναι διαθέσιμος, χρησιμοποιήστε ένα εναλλακτικό σχήμα βασισμένο σε στοιχεία, λαμβάνοντας μια δεύτερη γνώμη εάν είναι απαραίτητο.

Τα ιδρύματα θα πρέπει να συγκροτήσουν πολυεπιστημονικές επιτροπές για την κοινοποίηση των εσωτερικών πολιτικών σχετικά με τη χρήση ναρκωτικών.

-Οι πάροχοι θα πρέπει να προσφέρουν συμβουλευτικές υπηρεσίες σε ασθενείς που αισθάνονται αγωνία για ελλείψεις φαρμάκων.

-Τα ιδρύματα θα πρέπει να προσφέρουν υπηρεσίες υποστήριξης για κλινικούς γιατρούς που αισθάνονται αγωνία.

Οι κατευθυντήριες γραμμές περιλαμβάνουν επίσης συστάσεις θεραπείας για συγκεκριμένες ασθένειες που σχετίζονται με φάρμακα σε έλλειψη.

Για παράδειγμα, εάν η καρβοπλατίνη δεν είναι διαθέσιμη, αυτοί οι ασθενείς μπορεί να λάβουν δοξορουβικίνη και κυκλοφωσφαμίδη συν πακλιταξέλη, τραστουζουμάμπη και περτουζουμάμπη. Η απλή εξάλειψη της καρβοπλατίνης και η θεραπεία ασθενών με ντοσεταξέλη, τραστουζουμάμπη και περτουζουμάμπη είναι επίσης μια επιλογή, καθώς «τα δεδομένα από τη μεταστατική ρύθμιση προσφέρουν στοιχεία ότι η καρβοπλατίνη δεν προσθέτει σημαντικό όφελος», έγραψαν οι συγγραφείς της κατευθυντήριας γραμμής.

Ωστόσο, για ορισμένους καρκίνους, τα σχήματα χωρίς πλατίνα θεωρούνται κατώτερα και δεν υπάρχουν κατάλληλες εναλλακτικές λύσεις. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η συμβουλευτική ομάδα συνιστά στους ασθενείς να ταξιδέψουν σε περιοχή όπου υπάρχει η κατάλληλη θεραπεία.

Για ασθενείς που έχουν εγγραφεί σε κλινικές δοκιμές, η συμβουλευτική ομάδα προτείνει οι πάροχοι να επικοινωνήσουν με τον επικεφαλής ερευνητή για καθοδήγηση σχετικά με τη διατήρηση της συμμόρφωσης με τα πρωτόκολλα της μελέτης.

«Οι ελλείψεις θα διαρκέσουν μέχρι να ενισχυθεί η φαρμακευτική αλυσίδα εφοδιασμού και να πραγματοποιηθούν επενδύσεις στην ποιοτική παραγωγή γενόσημων ενέσιμων φαρμάκων», έγραψαν οι συγγραφείς.

Πηγές:
https://www.renalandurologynews.com/news/urology/asco-guidance-cancer-drug-shortages/

Πηγή: iatronet.gr

Σπάνια η συμμετοχή των ασθενών σε έρευνες και μελέτες

Κάθε χρόνο διεξάγονται παγκοσμίως περίπου 20.000 κλινικές μελέτες με περίπου δύο εκατομμύρια συμμετέχοντες. Ωστόσο, οι ενδιαφερόμενοι ασθενείς εμπλέκονται πολύ λίγο στο σχεδιασμό και την αξιολόγηση των μελετών. Αυτό αποκαλύφθηκε τώρα από μια ευρωπαϊκή μελέτη στον τομέα της ρευματολογίας. Συνολικά, μόνο το 20% των μελετών συμπεριέλαβε σε σημαντικό βαθμό ασθενείς.

“Συμμετοχή και συμπερίληψη των ασθενών ως ερευνητικών εταίρων σε ρευματολογικές μελέτες: μια βιβλιογραφική ανασκόπηση το 2023” είναι ο τίτλος της μελέτης ευρωπαϊκής ομάδας συγγραφέων, η οποία δημοσιεύθηκε τώρα στο “RMD Open”, ένα επιστημονικό διαδικτυακό μέσο για τον τομέα της ρευματολογικής έρευνας και άλλων μυοσκελετικών παθήσεων.

“Η συμμετοχή των ασθενών-εταίρων σε ερευνητικά προγράμματα αναγνωρίζεται και συνιστάται ολοένα και περισσότερο στη ρευματολογία”, γράφουν οι επιστήμονες. Το 2020, ωστόσο, αυτό καταγράφηκε μόνο στο 2% των ελεγχομένων με εικονικό φάρμακο μελετών, με τυχαιοποιημένη κατανομή των ατόμων στις ομάδες μελέτης (τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο).

Ιδιαίτερα στην περίπτωση των ρευματικών παθήσεων, η συμμετοχή των ασθενών πέρα από τη λειτουργία μόνο των υποκειμένων δοκιμής – θα ήταν εξαιρετικά σημαντική.

Τα περισσότερα ρευματικά νοσήματα -από τη ρευματοειδή αρθρίτιδα (ρευματοειδής αρθρίτιδα, χρόνια πολυαρθρίτιδα) έως τις πιθανές ρευματικές επιπλοκές της σοβαρής ψωρίασης (ψωριασική αρθρίτιδα) – έχουν συχνά σύνθετες επιπτώσεις με πόνο και διάφορες άλλες διαταραχές της λειτουργίας και της ποιότητας ζωής.

Ο επηρεασμός του σχεδιασμού, της υλοποίησης και της αξιολόγησης των κλινικών δοκιμών με τη δοκιμή νέων ή βελτιωμένων στρατηγικών θεραπείας θα μπορούσε επομένως να αυξήσει τόσο την ποιότητα όσο και τη σημασία αυτών των επιστημονικών μελετών.

Ως εκ τούτου, οι επιστήμονες εξέτασαν 80 πολύ πρόσφατες επιστημονικές μελέτες στη ρευματολογία: 40 ήταν οι λεγόμενες μεταφραστικές μελέτες με πρώιμες ερευνητικές προσεγγίσεις για την εφαρμογή των επιστημονικών ευρημάτων στην κλινική πρακτική και 40 μεγαλύτερης κλίμακας ελεγχόμενες κλινικές μελέτες για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, την ψωριασική αρθρίτιδα, τον ερυθηματώδη λύκο και την αρθρίτιδα των αρθρώσεων των γονάτων.

Το αποτέλεσμα δείχνει ότι: Στις πρώιμες μεταφραστικές μελέτες δεν υπήρχε καθόλου ρυθμιζόμενη συμμετοχή ασθενών, ενώ στις ελεγχόμενες μελέτες αυτό συνέβη σε οκτώ (20%).

Τα τρία τέταρτα αυτών των μελετών με συμμετοχή ασθενών δεν χρηματοδοτήθηκαν από τη φαρμακοβιομηχανία.

Σε έξι από τις οκτώ επιστημονικές μελέτες με επίσημη συμμετοχή των ασθενών, αυτή αφορούσε τον σχεδιασμό της μελέτης ή την επιλογή του τύπου της παρέμβασης που διερευνήθηκε, και σε δύο την αξιολόγηση ή την ερμηνεία των αποτελεσμάτων.

Ο λόγος για τον οποίο οι γιατροί στους ρευματισμούς θα πρέπει να αναλύουν ή να ερμηνεύουν μόνοι τους τα αποτελέσματα των μελετών παραμένει κάπως ασαφής.

Παρόλο που γίνονται προσπάθειες παγκοσμίως για τη μεγαλύτερη συμμετοχή των ασθενών στην επιστημονική έρευνα, στη ρευματολογία σαφώς υποεκπροσωπούνται, τουλάχιστον σύμφωνα με τους επιστήμονες της περίληψης της μελέτης. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις τρέχουσες συστάσεις.

Οι κλινικές μελέτες γίνονται για να βρεθούν τρόποι και μέσα που αφορούν τόσο τη βελτίωση και την κατάσταση της υγείας όσο και της ποιότητας ζωής των ασθενών.

Ωστόσο, οι ασθενείς γνωρίζουν καλύτερα την ποιότητα ζωής τους και την αντιλαμβανόμενη αξία των νέων θεραπειών.

Τέλος, τα “δεδομένα του πραγματικού κόσμου”, δηλαδή οι πληροφορίες από την πράξη, αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία για τη σύγχρονη ιατρική.

Πηγές:
RMD Open

Πηγή: iatronet.gr

Σημαντική βελτίωση της επιβίωσης στον καρκίνο των ωοθηκών

Περίπου το 1.1 % των γυναικών θα διαγνωσθούν με καρκίνο των ωοθηκών κάποια στιγμή στη ζωή τους. Ευτυχώς, τόσο η επίπτωση όσο και η θνητότητα παρουσιάζουν μειωτικές τάσεις, κατά τα τελευταία έτη (κατά 3.2% και 2.8% κάθε έτος αντίστοιχα).

Πιο συγκεκριμένα, η επιβίωση έχει επιμηκυνθεί αρκετά, τα τελευταία έτη, αφού η 5ετής επιβίωση που άγγιζε μόλις το 35% των ασθενών την προηγούμενη δεκαετία, πλέον αφορά πάνω το από 50%.

Νεότερα δεδομένα για την αντιμετώπιση του Καρκίνου των Ωοθηκών

Τα νεότερα δεδομένα για την αντιμετώπιση αυτής της νεοπλασίας παρουσιάζουν οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Αγγελική ΑνδρικοπούλουΜαρία ΚαπαρέλουΘεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Επιδημιολογίας  και Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας).

Η βελτίωση της επιβίωσης στον καρκίνο των ωοθηκών είναι αποτέλεσμα των σύγχρονων τεχνικών χειρουργικής αντιμετώπισης και των νέων θεραπειών.

Όσον αφορά τη χειρουργική αντιμετώπιση, αυτή ενδείκνυται ως αρχική αντιμετώπιση όταν από τον προεγχειρητικό έλεγχο ο εξειδικευμένος γυναικολόγος-ογκολόγος-χειρουργός θεωρεί ότι μπορεί να εξαιρεθεί σχεδόν όλη η νόσος.
Σε περιπτώσεις προχωρημένης νόσου, που δεν είναι πλήρως εξαιρέσιμη από την αρχή, είναι δυνατή η χορήγηση εισαγωγικής χημειοθεραπείας με βάση την πλατίνα και η χειρουργική αντιμετώπιση σε δεύτερο χρόνο (μελέτες CHORUS trial, EORTC 55971).
Ωστόσο, πλέον έχουμε στη διάθεσή μας και ένα επιπλέον όπλο, αυτό του χειρουργείου με ταυτόχρονα ενδοπεριτοναϊκή χημειοθεραπεία (HIPEC).

Η HIPEC είναι ο πλήρης καθαρισμός της κοιλιάς μετά το χειρουργείο με τη χορήγηση χημειοθεραπείας σε υψηλή θερμοκρασία που στοχεύει στην εξάλειψη των εναπομεινάντων καρκινικών εντοπίσεων που δεν είναι ορατές για να εξαιρεθούν. Αρχικά αφαιρούνται χειρουργικά όλες οι περιτοναϊκές εμφυτεύσεις της νόσου, οι καρκινικές εντοπίσεις δηλαδή που βρίσκονται προσκολλημένες στη μεμβράνη που επενδύει την εσωτερική επιφάνεια της κοιλιάς, το περιτόναιο. Εν συνεχεία, με την μέθοδο HIPEC γίνεται διεγχειρητικά χορήγηση χημειοθεραπευτικών φαρμάκων σε υψηλές θερμοκρασίες άνω των 40 βαθμών έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν όσα καρκινικά κύτταρα έχουν εμφυτευτεί στην περιτοναϊκή κοιλότητα. Μελέτες, όπως η GOG-172 trial και η OVIHIPEC-1, έχουν δείξει όφελος από την προσθήκη της HIPEC τόσο ως προς τη συνολική επιβίωση όσο και ως προς το διάστημα μέχρι την υποτροπή. Το όφελος από την HIPEC είναι το μέγιστο στις περιπτώσεις που έχει επιτευχθεί προηγουμένως πλήρης εξαίρεση της νόσου χειρουργικά.

Και στη συστηματική θεραπεία, τα δεδομένα έχουν αλλάξει σημαντικά τα τελευταία έτη. Πλέον σε ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο ωοθηκών πρέπει να γίνεται έλεγχος για μεταλλάξεις στα BRCA γονίδια αλλά και για έλλειψη στο σύστημα επιδιόρθωσης βλαβών του DΝA, τον ομόλογο ανασυνδυασμό (homologous recombination, HR).
Αν και μέχρι πρότινος ήταν γνωστή η αναγκαιότητα του γονιδιακού ελέγχου για κληρονομικές μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1/2 που αφορούν περίπου το 15% των ασθενών, πλέον γνωρίζουμε πως είναι απαραίτητος και ο έλεγχος για ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού (HRD – Homologous Recombination Deficiency).

Σε περίπτωση δυσλειτουργίας του μηχανισμού αυτού, όπως μπορεί να συμβεί σε μεταλλάξεις στα BRCA γονίδια, αυξάνεται η αστάθεια του γονιδιώματος και υπάρχει προδιάθεση για καρκινογένεση. Μία στις 2 γυναίκες με καρκίνο ωοθηκών (48%) παρουσιάζουν ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού ενώ μία στις 4 γυναίκες θα φέρει μετάλλαξη BRCA1/2 είτε κληρονομική (germline) είτε επίκτητη στον όγκο (somatic). Έχει φανεί από μελέτες, όπως η PAOLA-1 και η PRIMA, πως ασθενείς με καρκίνο ωοθηκών που παρουσιάζουν ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού ωφελούνται περισσότερο από τα νέα φάρμακα, τους PARP αναστολείς, οι οποίοι έχουν αλλάξει πλέον τη θεραπευτική αντιμετώπιση του νοσήματος.

Συνεπώς, είναι επιβεβλημένος πλέον o έλεγχος και για ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού (HRD) μέσω εγκεκριμένων γονιδιακών εξετάσεων. Σε ασθενείς με θετικό αποτέλεσμα, η θεραπεία με PARP αναστολείς επιμηκύνει και το διάστημα μέχρι την υποτροπή και τη συνολική επιβίωση. Σχεδόν οι μισές ασθενείς (46%) που έλαβαν PARP αναστολείς μετά τη χημειοθεραπεία με πλατίνα δεν έχουν υποτροπιάσει στα πέντε έτη έναντι μόλις του 20% των ασθενών που δεν έλαβαν τη θεραπεία. Αλλά και η πενταετής επιβίωση ήταν 65% σε ασθενείς με ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού που έλαβαν θεραπεία με PARP αναστολείς σύμφωνα με τη μελέτη PAOLA-1 – κάτι που είναι πολύ εντυπωσιακό εάν αναλογιστούμε ότι τις προηγούμενες δεκαετίες το αντίστοιχο ποσοστό ήταν κάτω από 50%.

Συμπερασματικά, ο καρκίνος των ωοθηκών πρέπει να αντιμετωπίζεται χειρουργικά και θεραπευτικά σε εξειδικευμένα γυναικολογικά δέντρα με εμπειρία ώστε να επιτευχθεί το βέλτιστο αποτέλεσμα. 

Πηγή: dailypharmanews.gr

Πώς μπορεί η ρύπανση του αέρα να σχετίζεται με την εμφάνιση καρκίνου του μαστού – Στοιχεία νέας μελέτης

Ερευνητές από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ (Εθνικό Ινστιτούτο Περιβαλλοντικών Επιστημών Υγείας – NIEHS – και Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου – NCI) διαπίστωσαν ότι η διαβίωση σε μια περιοχή με υψηλά επίπεδα ρύπανσης του αέρα από σωματίδια σχετίζεται με αυξημένη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
 

Σε πρόσφατη μελέτη της Dr. Alexandra White και των συνεργατών της -η οποία είναι μια από τις μεγαλύτερες μελέτες σε αυτό τον τομέα μέχρι σήμερα και δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of the National Cancer Institute– εξετάζεται η σχέση μεταξύ της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, και ειδικότερα των αιωρούμενων σωματιδίων, και της συχνότητας εμφάνισης του καρκίνου του μαστού.

Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Προληπτικής Ιατρικής και Επιδημιολογίας), Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας, Διευθυντής Θεραπευτικής Κλινικής Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) συνοψίζουν τα ευρήματα της παραπάνω μελέτης.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η μεγαλύτερη αύξηση στη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού ήταν μεταξύ των γυναικών που κατά μέσο όρο είχαν υψηλότερα επίπεδα μικροσωματιδίων (particulate matter – PM2.5) κοντά στο σπίτι τους, σε σύγκριση με εκείνες που ζούσαν σε περιοχές με χαμηλότερα επίπεδα PM2.5. Η σωματιδιακή ύλη είναι ένα μίγμα στερεών σωματιδίων και υγρών σταγονιδίων που βρίσκονται στον αέρα. Προέρχεται από πολλές πηγές, όπως:

 

  • η εξάτμιση των μηχανοκίνητων οχημάτων
  • οι διεργασίες καύσης (π.χ., πετρέλαιο, άνθρακας) 
  • η καύση ξύλου/βλάστησης και 
  • οι βιομηχανικές εκπομπές. 

Η ρύπανση από τα σωματίδια που μετρήθηκε σε αυτήν τη μελέτη ήταν 2.5 microns σε διάμετρο ή μικρότερη (PM2.5), που σημαίνει ότι τα σωματίδια είναι αρκετά μικρά και μπορούν να εισπνευστούν βαθιά στους πνεύμονες.

Σύμφωνα με την επικεφαλής της συγγραφικής ομάδας, Dr. Alexandra White, παρατηρήθηκε μια αύξηση της τάξης του 8% στην επίπτωση του καρκίνου του μαστού στις περιοχές με υψηλότερη έκθεση σε PM2.5. Αν και πρόκειται για μια σχετικά μέτρια αύξηση του κινδύνου, τα ευρήματα αυτά είναι σημαντικά, δεδομένου ότι η ρύπανση του αέρα είναι πανταχού παρούσα και μας επηρεάζει όλους.

Στοιχεία της Μελέτης

Η συγκεκριμένη μελέτη διεξήχθη χρησιμοποιώντας πληροφορίες από τη Μελέτη Διατροφής και Υγείας NIH-AARP, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 500.000 άνδρες και γυναίκες μεταξύ 1995-1996 σε έξι πολιτείες (Καλιφόρνια, Φλόριντα, Πενσυλβάνια, Νιου Τζέρσεϊ, Βόρεια Καρολίνα και Λουιζιάνα) και σε δύο μητροπολιτικές περιοχές (Ατλάντα και Ντιτρόιτ) των ΗΠΑ. Οι γυναίκες ήταν κατά μέσο όρο περίπου 62 ετών και παρακολουθήθηκαν για περίπου 20 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων εντοπίστηκαν 15.870 περιπτώσεις καρκίνου του μαστού.

Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, μπορεί να χρειαστούν πολλά χρόνια για να αναπτυχθεί ο καρκίνος του μαστού και, στο παρελθόν, τα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης έτειναν να είναι υψηλότερα. Αυτό το γεγονός που μπορεί να καταστήσει τα προηγούμενα επίπεδα έκθεσης ιδιαίτερα σημαντικά σχετικά με την ανάπτυξη του καρκίνου. Σε αντίθεση με προηγούμενες μελέτες στη βιβλιογραφία, η συγκεκριμένη μελέτη αξιολόγησε αναδρομικά και τα επίπεδα έκθεσης σε ατμοσφαιρική ρύπανση κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 10-15 ετών πριν από την ένταξη των συμμετεχόντων στη μελέτη και την έναρξη της παρακολούθησής τους.

Επιπλέον, οι ερευνητές προχώρησαν σε υπο-αναλύσεις των δεδομένων και βρήκαν ότι τα μικροσωματίδια PM2.5 σχετίζονταν με μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού με θετικούς οιστρογονικούς υποδοχείς (ER+), και όχι με όγκους με αρνητικούς οιστρογονικούς υποδοχείς. Αυτό υποδεικνύει ότι τα μικροσωματίδια μπορούν να επηρεάσουν την εξέλιξη του καρκίνου του μαστού μέσω μιας υποκείμενης βιολογικής οδού ενδοκρινικής διαταραχής.

Ο EMA έδωσε έγκριση θεραπείας για τον καρκίνο του αίματος και επτά άλλα φάρμακα

Η σύσταση αφορά τα εξής:

  • Το Omjjara (momelotinib), ένα ορφανό φάρμακο, συστήθηκε για τη θεραπεία του σπάνιου καρκίνου του αίματος, της μυελοϊνωμάτωσης, η οποία προσβάλλει τον μυελό των οστών.
  • Το Rystiggo (rozanolixizumab), συστήθηκε για έγκριση για τη θεραπεία της γενικευμένης μυασθένειας gravis, η οποία είναι μια χρόνια αυτοάνοση νευρομυϊκή πάθηση.
  • Το Spexotras (trametinib), ορφανό φάρμακο, έλαβε θετική γνωμοδότηση για τη θεραπεία του γλοιώματος, ενός όγκου του εγκεφάλου που αναπτύσσεται στα γλοιακά κύτταρα, σε παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας ενός έτους και άνω.
  • Το Rimmyrah (ranibizumab) βιοομοειδές συστήθηκε για τη θεραπεία της νόσου της ωχράς κηλίδας του αμφιβληστροειδούς, της νεοαγγειακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας που σχετίζεται με την ηλικία.
  • Το Uzpruvo (ustekinumab), δεύτερο βιοομοειδές, συστήθηκε για τη θεραπεία της ψωρίασης πλάκας, της ψωριασικής αρθρίτιδας και της νόσου του Crohn.
  • Το Azacitidine Kabi (αζακιτιδίνη), γενόσημο για τη θεραπεία των μυελοδυσπλαστικών συνδρόμων, της χρόνιας μυελομονοκυτταρικής λευχαιμίας και της οξείας μυελοειδούς λευχαιμίας.
  • Το Naveruclif (πακλιταξέλη), το οποίο θεραπεύει τον μεταστατικό καρκίνο του μαστού, το μεταστατικό αδενοκαρκίνωμα του παγκρέατος και τον μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα.

Η CHMP χορήγησε επίσης άδεια κυκλοφορίας υπό όρους μετά από επανεξέταση στο Krazati (adagrasib) για τη θεραπεία του προχωρημένου μη μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα με μετάλλαξη G12C στο γονίδιο KRAS σε ενήλικες των οποίων η νόσος έχει επιδεινωθεί μετά από τουλάχιστον μία συστηματική θεραπεία.

Άξιο λόγου είναι πως  η επιτροπή επέκτεινε επίσης τις συστάσεις για εννέα ήδη εγκεκριμένα φάρμακα: Ayvakyt (avapritinib), Evkeeza (evinacumab-dgnb), Fluad Tetra (εμβόλιο γρίπης [επιφανειακό αντιγόνο, αδρανοποιημένο]), Jardiance (empagliflozin), Keytruda (pembrolizumab), Mounjaro (tirzepatide), NexoBrid (anacaulase-bcdb), Talzenna (talazoparib) και Veltassa (patiromer).

Δύο αιτήσεις σύστασης αποσύρθηκαν: Το Vijoice (alpelisib), ένα ορφανό φάρμακο, το οποίο θα προοριζόταν για τη θεραπεία του φάσματος υπερανάπτυξης που σχετίζεται με την PIK3CA, αποσύρθηκε. Για το Bylvay (odevixibat), επίσης ορφανό φάρμακο, αποσύρθηκε η αίτηση για επέκταση της χρήσης ώστε να συμπεριλάβει τη θεραπεία του χολοστατικού κνησμού στο σύνδρομο Alagille σε ασθενείς ηλικίας έξι μηνών και άνω.

Πηγή: www.pharmtech.com

Πηγή: virus.com.gr

 

https://eefam.gr/o-ema-edose-egkrisi-therapeias-gia-ton-karkino-tou-aimatos-kai-epta-alla-farmaka/?idU=1&utm_source=newsletter_1602&utm_medium=email&utm_campaign=

Εγκρίθηκε το 1ο DNA τεστ που εντοπίζει προδιάθεση στον καρκίνο

Εγκρίθηκε το πρώτο τεστ DNA, το οποίο μπορεί να εντοπίσει επικίνδυνες μεταλλάξεις που σχετίζονται με διάφορες μορφές καρκίνου.

Ο αρμόδιος οργανισμός φαρμάκων των ΗΠΑ άναψε το «πράσινο φως» για το πρώτο διαγνωστικό τεστ που μπορεί να ανιχνεύσει εκατοντάδες γενετικές μεταλλάξεις, οι οποίες σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης πολλών μορφών καρκίνου.

Το τεστ μπορεί να ανιχνεύσει και δυνητικά καρκινογόνες κληρονομούμενες μεταλλάξεις σε ανθρώπους που ήδη έχουν διαγνωστεί με κάποια μορφή καρκίνου.

Όπως ανακοίνωσε η Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), αυτό το τεστ είναι το πρώτο του είδους του στο οποίο δίνει άδεια κυκλοφορίας. Το τεστ αναλύει το γενετικό υλικό (DNA) που εξάγεται από δείγμα αίματος για να εντοπίσει 47 γονίδια τα οποία σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου.

Για ποιες μορφές καρκίνου δείχνει προδιάθεση

Η ερμηνεία των αποτελεσμάτων γίνεται βάσει επιστημονικών δεδομένων. Ενδεικτικά, μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά γονίδια που ανιχνεύει το τεστ και οι καρκίνοι στους οποίους προδιαθέτουν είναι:

  • Τα γονίδια BRCA1 και BRCA2, που σχετίζονται με τους κληρονομικούς καρκίνους του μαστού και των ωοθηκών
  • Tα γονίδια MLH1, MSH2, MSH6, PMS2 και EPCAM που σχετίζονται με το σύνδρομο Lynch.
  • Το γονίδιο CDH1 που σχετίζεται κυρίως με τον διάχυτο, κληρονομικό γαστρικό καρκίνο και τον λοβιακό καρκίνο του μαστού (είναι μία μορφή της νόσου)
  • Το γονίδιο STK11 που σχετίζεται με το σύνδρομο Peutz-Jeghers.
  • Τα γονίδια που σχετίζονται με τα συγκεκριμένα σύνδρομα μπορεί να φέρουν ποικίλες καρκινογόνες μεταλλάξεις, τις οποίες ανιχνεύει το συγκεκριμένο τεστ.
  • Οι πάσχοντες από σύνδρομο Lynch διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο:
  • Του παχέος εντέρου
  • Του στομάχου
  • Του λεπτού εντέρου
  • Του ήπατος
  • Της ουροποιητικής οδού
  • Του εγκεφάλου
  • Του δέρματος
  • Των χοληδόχων πόρων
  • Οι γυναίκες κινδυνεύουν να εκδηλώσουν πρόσθετες μορφές (καρκίνο των ωοθηκών και του ενδομητρίου).

Οι ασθενείς με σύνδρομο Peutz-Jeghers μπορεί να εκδηλώσουν καρκίνο:

  • Του μαστού
  • Του παχέος εντέρου
  • Του παγκρέατος
  • Του στομάχου
  • Των όρχεων
  • Των ωοθηκών
  • Του πνεύμονος
  • Του τραχήλου της μήτρας

Η έγκριση της FDA βασίσθηκε σε στοιχεία από περισσότερα από 9.000 δείγματα, στα οποία εντοπίστηκαν τα ογκογόνα γονίδια με ακρίβεια ίση ή άνω του 99%.

Πηγή: healthpharma.gr

4 τα βασικά σημεία για τον προσυμπωματικό έλεγχο του καρκίνου του παχέος εντέρου.

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ο τέταρτος υψηλότερος σε συχνότητα εμφάνισης και ο δεύτερος σε θνησιμότητα σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία από τις ΗΠΑ.

Τι είναι ο καρκίνος του παχέος εντέρου;

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου, γνωστός και ως ορθοκολικός καρκίνος, είναι ένας κακοήθης όγκος που αναπτύσσεται στο εσωτερικό τοίχωμα του παχέος εντέρου ή στο ορθό. Οι περισσότεροι καρκίνοι του παχέος εντέρου αναπτύσσονται πρώτα ως πολύποδες, οι οποίοι αργότερα εξελίσσονται σε καρκίνο, εάν δεν αφαιρεθούν. Ο τακτικός έλεγχος του παχέος εντέρου και η αφαίρεση των πολυπόδων μπορεί να προλάβει την ανάπτυξη του καρκίνου. Αποτελεί έναν από τους πλέον θεραπεύσιμους καρκίνους εάν και εφόσον διαγνωστεί έγκαιρα.

Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής), Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα νεότερα δεδομένα της πρόσφατης δημοσίευσης των Amir Qaseem και συνεργατών στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση Annals of Internal Medicine.

Οι συστάσεις συνοψίζονται σε 4 κύρια σημεία:

  • Ο προσυμπτωματικός έλεγχος για τον καρκίνο του παχέος εντέρου σε ασυμπτωματικούς ενήλικες μέσου κινδύνου θα πρέπει να ξεκινάει σε ηλικία 50 ετών.

 

  • Οι κλινικοί γιατροί θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο να μην προχωρούν σε προσυμπτωματικούς ελέγχους για ενήλικες μέσου κινδύνου μεταξύ 45 και 49 ετών. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να σταθμίζονται τα οφέλη και οι πιθανοί κίνδυνοι από τη διενέργεια προσυμπτωματικού ελέγχου σε αυτή την πληθυσμιακή ομάδα.

 

  • Ο προσυμπτωματικός έλεγχος για τον καρκίνο του παχέος εντέρου θα πρέπει να σταματάει σε ασυμπτωματικούς ενήλικες μέσου κινδύνου ηλικίας άνω των 75 ετών ή σε ασυμπτωματικούς ενήλικες μέσου κινδύνου με προσδόκιμο ζωής λιγότερο από 10 έτη.

 

  • Οι κλινικοί γιατροί θα πρέπει να επιλέξουν μια δοκιμασία προσυμπτωματικού ελέγχου για καρκίνο του παχέος εντέρου σε συνεννόηση με τον ασθενή τους με βάση μια συζήτηση για τα οφέλη, τις βλάβες, το κόστος, τη διαθεσιμότητα, τη συχνότητα και τις αξίες και τις προτιμήσεις του ασθενούς.

 

Οι δοκιμασίες προσυμπτωματικού ελέγχου για καρκίνο του παχέος εντέρου περιλαμβάνουν: ανοσοχημική εξέταση κοπράνων ή εξέταση κοπράνων για ύπαρξη αίματος με δοκιμασία υψηλής ευαισθησίας γουαϊακίου κάθε 2 χρόνια, κολονοσκόπηση κάθε 10 χρόνια ή σιγμοειδοσκόπηση κάθε 10 χρόνια συν μια ανοσοχημική εξέταση κοπράνων κάθε 2 χρόνια.

Δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται εξετάσεις για προσυμπτωματικό έλεγχο καρκίνου του παχέος εντέρου όπως ο έλεγχος για DNA κοπράνων, κολονογραφία με αξονική τομογραφία, ενδοσκόπηση με κάψουλα, εξετάσεις ούρων ή περιφερικού αίματος.

Αναλυτικά μπορεί αν δει κανείς στην σελίδα του Παγκόσμιο Οργανισμού υγείας για τον        Ευρωπαικό κώδικα κατά του καρκίνου όπου γίνεται σαφέστατη αναφορά στο προσυμπτωματικό έλεγχο και όχι μόνο

https://cancer-code-europe.iarc.fr/index.php/el/12-ways/screening/bowel-cancer-screening/

https://www.europarl.europa.eu/news/el/headlines/society/20200131STO71517/katapolemontas-ton-karkino-stin-ee-statistika-kai-draseis

Ενώ συνοπτικά μπορείτε να διαβάσετε την μελέτη των καθηγητών του ΕΚΠΑ στο παρακάτω link

Πηγή: https://www.healthng.gr/%cf%83%ce%b5-%cf%80%ce%bf%ce%b9%ce%b1-%ce%b7%ce%bb%ce%b9%ce%ba%ce%af%ce%b1-%cf%80%cf%81%ce%ad%cf%80%ce%b5%ce%b9-%ce%bd%ce%b1-%ce%be%ce%b5%ce%ba%ce%b9%ce%bd%ce%ac%ce%b5%ce%b9-%ce%bf-%cf%80%cf%81%ce%bf/

Ανίχνευση του Καρκίνου από Ελεύθερο DNA

Το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης θνησιμότητας που σχετίζεται με τον καρκίνο είναι συνέπεια της διάγνωσης σε όψιμα στάδια, όταν οι θεραπείες είναι λιγότερο αποτελεσματικές. Η έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου έχει δείξει κλινικά οφέλη σε πολλαπλούς τύπους καρκίνου, παρόλα αυτά η εφαρμογή προσεγγίσεων προσυμπτωματικού ελέγχου παραμένει πρόκληση.

Οι σωματικές μεταλλάξεις είναι χαρακτηριστικό της ογκογένεσης και μπορεί να είναι χρήσιμες για τη μη επεμβατική διάγνωση του καρκίνου. Ένα μοντέλο μηχανικής μάθησης που χρησιμοποιεί προφίλ μεταλλάξεων σε όλο το γονιδίωμα, προκειμένου να διακρίνει τους ανθρώπους που έχουν καρκίνο από εκείνους που δεν έχουν, ανίχνευσε >90% των ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με νόσο σταδίου Ι και ΙΙ.

Για παράδειγμα, ο προσυμπτωματικός έλεγχος για τον καρκίνο του πνεύμονα με την χρήση υπολογιστικής τομογραφίας χαμηλής δόσης (LDCT) συνιστάται πια στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, για ενήλικες ηλικίας 50-80 ετών που έχουν καπνίσει τουλάχιστον 20 «πακέτα-έτη» (pack-years), συνεχίζουν να καπνίζουν ή έχουν κόψει το κάπνισμα τα τελευταία 15 χρόνια. Η LDCT είναι μια εύκολη και γρήγορη εξέταση, με μικρή έκθεση ακτινοβολίας (λιγότερο από το 1/3 περίπου της ακτινοβολίας της κλασικής αξονικής τομογραφίας θώρακα).

Για άλλους καρκίνους, αν και η έγκαιρη ανίχνευση θα μπορούσε να βελτιώσει τα αποτελέσματα των ασθενών, δεν υπάρχουν διαθέσιμες αποτελεσματικές μέθοδοι προσυμπτωματικού ελέγχου. Οι υγρές βιοψίες μπορεί να ξεπεράσουν αυτές τις προκλήσεις και πλέον να αποτελούν μια ελκυστική προσέγγιση για τη μη επεμβατική ανίχνευση του καρκίνου του πνεύμονα και άλλων κακοηθειών.

Το τεστ, που ονομάζεται GEMINI (Genome-wide Mutational Incidence for Non-Invasive detection του καρκίνου), αναζητά αλλαγές στο DNA σε όλο το γονιδίωμα. Αρχικά, συλλέγεται δείγμα αίματος από άτομο που κινδυνεύει να αναπτύξει καρκίνο. Στη συνέχεια, το DNA χωρίς κύτταρα (cfDNA) που απορρίπτεται από όγκους εξάγεται από το πλάσμα και έτσι προσδιορίζεται η αλληλουχία του DNA χρησιμοποιώντας οικονομικά αποδοτική αλληλούχιση ολόκληρου του γονιδιώματος.

Για κάθε άτομο, ο τύπος και η συχνότητα μετάλλαξης σε γονιδιωματικές περιοχές που μεταβάλλονται συχνότερα στον καρκίνο συγκρίνονται με το προφίλ από περιοχές που μεταλλάσσονται συχνότερα στο κανονικό cfDNA, για να προσδιοριστούν οι πολυπεριφερειακές διαφορές στα προφίλ μετάλλαξης. Με αυτόν τον τρόπο, το GEMINI εμπλουτίζει πιθανές σωματικές μεταλλάξεις, ενώ λαμβάνει υπόψη την ατομική μεταβλητότητα στις συνολικές αλλαγές που διαφαίνονται.

Εάν οι μεταλλάξεις μπορούσαν να εντοπιστούν στο cfDNA χωρίς γνώση αλλοιώσεων στον όγκο, τότε θα μπορούσαν να είναι χρήσιμες για την έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου. Ωστόσο, αυτό θα απαιτούσε αποτελεσματική ανίχνευση σωματικών αλλαγών στο cfDNA, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με υπογραφές μετάλλαξης, και την ικανότητα αποτελεσματικής διάκρισης αυτών από αλλοιώσεις που δεν προέρχονται από όγκους.

Δείτε αναλυτικά στο άρθρο που ακολουθεί :

Πηγή: https://www.nature.com/articles/s41588-023-01446-3.pdf?pdf=button%20sticky

Κ3 app

Οι πέντε άξονες της σύγχρονης ογκολογίας

Καθώς προχωράμε στο μέλλον, η ογκολογία γνωρίζει αξιοσημείωτες ανακαλύψεις που οδηγούνται από τεχνολογίες αιχμής και καινοτόμες προσεγγίσεις. Πέντε βασικές εξελίξεις βρίσκονται στην πρώτη γραμμή: Τεχνητή Νοημοσύνη (AI), Γονιδιωματική Ιατρική, Οργανοειδή Καρκίνου Επόμενης Γενιάς, Νανοσωματίδια και Χημειοθεραπεία Υπό Πίεση Ενδοπεριτοναϊκού Αερολύματος (PIPAC).

Ο καρκίνος είναι μια μη μεταδοτική ασθένεια που έχει σημαντικό επιπολασμό παγκοσμίως. Κάθε μέρα, επαναστατικές εξελίξεις γίνονται από επιστήμονες και ερευνητές σε όλο τον κόσμο, αναδιαμορφώνοντας το τοπίο της ογκολογίας. Αυτές οι εξελίξεις παρέχουν ελπίδα τόσο στους ασθενείς όσο και στους επαγγελματίες του ιατρικού τομέα.

Οι χημειοθεραπείες, οι ακτινοθεραπείες και η χειρουργική επέμβαση χαρακτηρίζουν τη μάχη κατά αυτής της ασθένειας εδώ και δεκαετίες. Η έρευνα για τον καρκίνο έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο από την άνοδο των εξατομικευμένων θεραπειών και των στοχευμένων θεραπειών.

Τεχνητή Νοημοσύνη στην ογκολογία

Η τεχνητή νοημοσύνη (AI) και η μηχανική μάθηση (ML) είναι συστήματα υπολογιστών που έχουν σχεδιαστεί και εκπαιδευτεί για να βοηθήσουν τους ογκολόγους γιατρούς και τους επαγγελματίες υγείας στη θεραπεία ασθενών με καρκίνο.

Αυτά τα συστήματα είναι εξαιρετικά πολύτιμα, καθώς μπορούν να κάνουν τη διαδικασία διάγνωσης και θεραπείας ταχύτερη και ακριβέστερη.

Η ML έχει χρησιμοποιηθεί για την προβολή ιατρικών εικόνων, όπως μαστογραφίες για καρκίνο του μαστού ή σαρώσεις για όγκους του εγκεφάλου. Τα στοιχεία έχουν δείξει ότι μπορεί να είναι πολύ καλή στην εύρεση και κατανόηση αυτών των εικόνων, καλύτερα από τους έμπειρους γιατρούς σε ορισμένες περιπτώσεις.

Το κύριο πλεονέκτημα της χρήσης ML είναι ότι επιταχύνει το χρόνο που χρειάζεται για να βρεθεί και να αναλυθεί ο καρκίνος σε αυτές τις εικόνες. Τα αποτελέσματα από το σύστημα ML είναι συνεπή και αξιόπιστα, οπότε το επίπεδο εμπειρίας που έχει ο γιατρός χρησιμοποιώντας το είναι άσχετο.

Γονιδιωματική ιατρική

Η γονιδιωματική ιατρική περιλαμβάνει τη μελέτη και την ανάλυση των γενετικών πληροφοριών ενός ασθενούς, ειδικά του DNA του, για την καλύτερη κατανόηση της γενετικής βάσης ασθενειών όπως ο καρκίνος.

Η αλληλούχιση επόμενης γενιάς (NGS) ανακαλύφθηκε πριν από περίπου δέκα χρόνια, καθιστώντας την ανάγνωση όλων των γενετικών πληροφοριών στην αλληλούχιση ολόκληρου του γονιδιώματος DNA ενός ατόμου (WGS) πολύ πιο εύκολη και φθηνότερη. Αυτή η πρόοδος έκανε το WGS ευρύτερα διαθέσιμο για έρευνα και για την παροχή βοήθειας σε ασθενείς με καρκίνο.

Η Εθνική Υπηρεσία Υγείας (NHS) στην Αγγλία δημιούργησε την Υπηρεσία Γονιδιωματικής Ιατρικής του NHS, προσφέροντας γενετικές εξετάσεις για ασθενείς με σπάνιες ασθένειες και καρκίνο, καθιστώντας πιο προσβάσιμο για τους μελλοντικούς ασθενείς να επωφεληθούν από τις τελευταίες ογκογονικές εξελίξεις.

Οργανοειδή καρκίνου επόμενης γενιάς

Τα οργανοειδή καρκίνου επόμενης γενιάς είναι προηγμένα 3D μοντέλα καρκινικών κυττάρων που αναπαράγουν στενά τα χαρακτηριστικά και τη συμπεριφορά των όγκων που βρίσκονται στο ανθρώπινο σώμα. Τα οργανοειδή δημιουργούνται από τα καρκινικά κύτταρα του ασθενούς και καλλιεργούνται στο εργαστήριο.

Αυτά τα μοντέλα είναι ισχυρά επειδή μπορούν να διατηρήσουν τα σημαντικά χαρακτηριστικά του αρχικού όγκου, όπως η γενετική, οι πρωτεΐνες και η εμφάνισή του, επιτρέποντας παράλληλα στους επιστήμονες να χειριστούν τα γονίδια και το περιβάλλον με τρόπους που δεν ήταν προηγουμένως δυνατοί.

Ορισμένες προκλήσεις συναντώνται στη δημιουργία αυτών των μοντέλων όγκων, καθώς οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται στο εργαστήριο μπορεί να διαφέρουν, οδηγώντας σε ασυνέπεια και αναξιόπιστα αποτελέσματα. Οι ερευνητές εργάζονται για να κάνουν αυτά τα μοντέλα πιο αξιόπιστα και χρήσιμα για τη φροντίδα των ασθενών, τυποποιώντας τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία τους.

Νανοσωματίδια

Τα νανοσωματίδια είναι μικροσκοπικά σωματίδια σχεδιασμένα να παρέχουν φάρμακα ή θεραπευτικούς παράγοντες ειδικά σε καρκινικά κύτταρα.

Η χρήση νανοσωματιδίων στη θεραπεία του καρκίνου αποτελεί μέρος της νανοϊατρικής. Αυτό το πεδίο διερευνά πώς η νανοτεχνολογία, συμπεριλαμβανομένης της ογκολογίας, μπορεί να βελτιώσει τη διάγνωση, τη θεραπεία και την παρακολούθηση ασθενειών.

Λόγω του μικροσκοπικού μεγέθους τους, είναι πιο σταθερά και ασφαλέστερα για το σώμα. Μπορούν επίσης να παραμείνουν στην περιοχή του καρκίνου περισσότερο, επιτρέποντας στα φάρμακα χρόνο να λειτουργήσουν. Μπορούν να σχεδιαστούν για να στοχεύουν τα καρκινικά κύτταρα, μειώνοντας τις παρενέργειες και καθιστώντας τη θεραπεία πιο αποτελεσματική.

Η χορήγηση φαρμάκων με βάση νανοσωματίδια έχει δείξει δυνατότητες στην αντιμετώπιση της αντοχής στα φάρμακα που παρατηρείται στη θεραπεία του καρκίνου. Στοχεύοντας συγκεκριμένους μηχανισμούς που είναι υπεύθυνοι για την αντοχή στα φάρμακα, τα νανοσωματίδια μπορούν να βοηθήσουν στην αντιστροφή της πολυφαρμακευτικής αντοχής στα καρκινικά κύτταρα. Καθώς αποκαλύπτουμε περισσότερους μηχανισμούς αντοχής στα φάρμακα του όγκου, τα νανοσωματίδια κατασκευάζονται περαιτέρω για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων.

Νέο σύστημα χορήγησης χημειοθεραπείας (χημειοθεραπεία υπό πίεση ενδοπεριτοναϊκού αερολύματος)

Η χημειοθεραπεία υπό πίεση ενδοπεριτοναϊκού αερολύματος (PIPAC) είναι μια συναρπαστική και ελπιδοφόρα μέθοδος χημειοθεραπείας για τη θεραπεία συγκεκριμένων προχωρημένων κοιλιακών καρκίνων.

Στο PIPAC, τα φάρμακα χημειοθεραπείας χορηγούνται απευθείας στην κοιλιακή κοιλότητα ως αεροζόλ, στοχεύοντας και συγκεντρώνοντας τη θεραπεία σε όγκους σε αυτήν την περιοχή. Αυτή η προσέγγιση δείχνει μεγάλη υπόσχεση για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας του καρκίνου στην κοιλιά.

Η PIPAC εξακολουθεί να θεωρείται μια σχετικά νέα και εξελισσόμενη τεχνική. Οι κλινικές δοκιμές και η έρευνα συνεχίζονται για να προσδιοριστεί η μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα και ασφάλεια σε σύγκριση με τις παραδοσιακές θεραπευτικές προσεγγίσεις.

Δείτε περισσότερα στο : https://www.toavriotisygeias.gr/article?id=30510