Οι Κοινωνικές Ανισότητες στην Υγεία στην Ελλάδα
«Οι κοινωνικές επιδράσεις στην υγεία έχουν μελετηθεί και στη χώρα μας. Η αξιολόγηση βιβλιογραφικών δεδομένων από πολλαπλές πηγές καταλήγει σε μια σειρά από ενδιαφέροντα συμπεράσματα, που περιλαμβάνονται στη μελέτη με τίτλο “Κοινωνικές ανισότητες στην υγεία – Εννοιολογικές προσεγγίσεις, ερευνητικά ευρήματα και προτάσεις πολιτικής” που παρουσιάζουμε σήμερα», αναφέρει ο κ. Τούντας στην έρευνα που έχει πραγματοποιηθεί.
«Η Ελλάδα αντιμετώπισε αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγείας (ΚΑΥ) κατά την οικονομική κρίση του 2010-2018. Τα δημοσιονομικά προγράμματα μείωσαν μισθούς και συντάξεις, αύξησαν την ανεργία και τους φόρους, επηρεάζοντας το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών. Οι περικοπές στην υγεία, η μείωση των δικαιούχων επιδομάτων, οι αυξήσεις στη συμμετοχή των χρηστών στο κόστος και οι θεσμικές παρεμβάσεις της περιόδου είχαν σημαντικές συνέπειες, που μόλις αρχίζουν να αξιολογούνται», συμπλήρωσε.
Το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση για την περίοδο 2013-2017 διέφερε σημαντικά ανάμεσα σε άτομα με τριτοβάθμια εκπαίδευση και άτομα με χαμηλότερη εκπαίδευση. Η διαφορά κυμάνθηκε από 1,1 χρόνια το 2014 έως 2,3 χρόνια το 2017, με μέγιστη διαφορά 4,2 ετών το 2013 λόγω της οικονομικής κρίσης που επηρέασε κυρίως τα χαμηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα.
Κοινωνικές τάξεις
Το 2021, μεγαλύτερα ποσοστά ατόμων από ανώτερες κοινωνικές τάξεις αξιολόγησαν την υγεία τους ως «εξαιρετική» ή «πολύ καλή» σε σύγκριση με τις κατώτερες τάξεις. Η καλή υγεία αυξάνεται όσο αυξάνεται το εισόδημα, με το 94% των ατόμων που κερδίζουν πάνω από 3.001€ μηνιαίως να δηλώνουν «καλή» ή «πολύ καλή» υγεία. Οι διαφορές στην ύπαρξη χρόνιων ασθενειών ήταν μεγαλύτερες μεταξύ ατόμων με χαμηλότερη εκπαίδευση το 2013-2022, με τα ποσοστά να είναι τριπλάσια σε σχέση με όσους έχουν τριτοβάθμια εκπαίδευση. Τα ποσοστά αυξήθηκαν το 2020-2021 λόγω της πανδημίας. Το 2021, οι ανώτερες τάξεις εμφάνιζαν χαμηλότερα ποσοστά χρόνιων νοσημάτων, εκτός από άσθμα, καρδιακή ανεπάρκεια και εγκεφαλικά επεισόδια. Η μεγαλύτερη διαφορά καταγράφηκε στην κατάθλιψη, με 2% στις ανώτερες τάξεις και 12% στις κατώτερες.
Προληπτικές εξετάσεις
Σημαντικές ανισότητες εμφανίζονται και σε ό,τι αφορά τις υπηρεσίες υγείας και δη στις προληπτικές εξετάσεις, σύμφωνα με όσα ανέφερε ο Κυριάκος Σουλιώτης. Άτομα από ανώτερες κοινωνικές τάξεις τις πραγματοποιούν σε μεγαλύτερο ποσοστό, με τις διαφορές πιο έντονες στην πρόληψη καρκίνου. Στα χαμηλά εισοδήματα, το 91,9% δεν έχει κάνει κολονοσκόπηση, ενώ στα υψηλά το ποσοστό είναι 77,5%. Οι γυναίκες με υψηλότερα εισοδήματα αναφέρουν εξέταση μαστού σε ποσοστό 86%, ενώ στις χαμηλότερες τάξεις 46%. Επίσης, το 85% των γυναικών με υψηλότερη εκπαίδευση έχουν κάνει εξέταση τραχηλικού επιχρίσματος (τεστ Παπανικολάου), έναντι 39% στις λιγότερο μορφωμένες.
Αναφορικά με τις δαπάνες υγείας, η Ελπίδα Πάβη ανέφερε πως το τόνισε ότι το ποσοστό ατόμων με οικονομικές δυσκολίες που σταμάτησαν ή μείωσαν τη φαρμακευτική αγωγή χωρίς ιατρική συμβουλή ήταν σημαντικά υψηλότερο από εκείνους χωρίς οικονομικά προβλήματα, με το κόστος να είναι η κύρια αιτία. Η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο χάσμα στις ανικανοποίητες ανάγκες υγείας μεταξύ υψηλού και χαμηλού εισοδήματος στον ΟΟΣΑ. Το 18,1% των χαμηλόμισθων ανέφερε μη καλυπτόμενες ανάγκες υγειονομικής περίθαλψης, έναντι 0,9% των υψηλόμισθων. Οι ιδιωτικές πληρωμές υγείας στην Ελλάδα είναι οι υψηλότερες στην ΕΕ (35,2%), αυξάνοντας τον κίνδυνο καταστροφικών δαπανών, ειδικά για τους φτωχότερους. Το ποσοστό των νοικοκυριών που αντιμετωπίζει καταστροφικές δαπάνες υγείας αυξήθηκε από 7% σε 8,9% μεταξύ 2010-2019.
Τα εμπόδια…
Τέλος, το 2013, το 25% των χρόνιων ασθενών στην Ελλάδα αντιμετώπισε γεωγραφικά εμπόδια, το 63,5% οικονομικά, και το 58,5% εμπόδια λόγω λιστών αναμονής. Άνεργοι, χαμηλόμισθοι και λιγότερο μορφωμένοι είχαν περισσότερα οικονομικά εμπόδια, ενώ γυναίκες και ασθενείς με χαμηλό εισόδημα ή κακή υγεία αντιμετώπιζαν γεωγραφικά εμπόδια. Οι άνεργοι και χαμηλόμισθοι είχαν περισσότερες πιθανότητες να συναντήσουν λίστες αναμονής. Το χάσμα πρόσβασης σε περίθαλψη μεταξύ πλουσίων και φτωχών δεκαπλασιάστηκε από το 2008 ως το 2013, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat.
Κλείνοντας την παρουσίαση της μελέτης ο Γιάννης Τούντας ανέφερε πως «από τα συμπεράσματα της μελέτης γίνεται αντιληπτό ότι οι Κοινωνικές Ανισότητες στην Υγεία στην Ελλάδα επηρεάζονται από παράγοντες όπως το εκπαιδευτικό επίπεδο, το εισόδημα, το φύλο, η οικογενειακή κατάσταση, η ηλικία, η κοινωνική υποστήριξη και οι γεωγραφικοί παράγοντες.
Συστημικές ανισότητες
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της μελέτης, η Καθηγήτρια Δημόσιας Υγείας και Κοσμήτορας της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, Ελπίδα Πάβη σημείωσε ότι «Οι κοινωνικές ανισότητες στην υγεία αποτελούν μείζον θέμα Δημόσιας Υγείας. Και αυτό γιατί οι ανισότητες καταγράφονται διαχρονικά, είναι συστηματικές, έχουν κατά κανόνα κοινωνική αιτιολογία και μπορούν να χαρακτηριστούν ως άδικες με βάση το τρέχον αξιακό μας σύστημα σε θέματα υγείας, δεδομένου ότι μπορούν να προληφθούν σε σημαντικό βαθμό. Σε μια σύγχρονη πολιτική υγείας, ο στόχος της μείωσης των ανισοτήτων στην υγεία δεν μπορεί πλέον να παραμένει απλώς σε επίπεδο ρητορικής. Απαιτούνται διατομεακές πολιτικές και παρεμβάσεις με ειδικό στόχο τη μείωση των ανισοτήτων, και βεβαίως αξιολόγηση της επίτευξης του στόχου αυτού σε μεσο-μακροπρόθεσμο επίπεδο.
Η βελτίωση της ισότητας στο επίπεδο της υγείας, στις συμπεριφορές υγείας, στην πρόσβαση και χρήση υπηρεσιών υγείας και στο κόστος που βαρύνει τα νοικοκυριά μπορεί να επιτευχθεί με δομικές παρεμβάσεις που ενισχύουν πρωτίστως τις Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας και Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, αυξάνουν την αποδοτικότητα της νοσοκομειακής και φαρμακευτικής περίθαλψης, και τελούν σε συνοχή με άλλους τομείς πολιτικής που έχουν αντίκτυπο στην υγεία, όπως η οικονομία, η εργασία, η κοινωνική προστασία και πρόνοια, αλλά και το περιβάλλον, η παιδεία, κ.α.».
Φροντίδα υγείας
Με τη σειρά του, ο Καθηγητής Πολιτικής Υγείας και Κοσμήτορας της Σχολής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Κυριάκος Σουλιώτης ανέφερε ότι «το εισόδημα, το εκπαιδευτικό επίπεδο, η γεωγραφική περιοχή και άλλοι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες σχετίζονται με βασικούς δείκτες πρόσβασης στις φροντίδες υγείας, όπως π.χ. το κόστος χρόνου και χρήματος, η ελευθερία επιλογής και τελικά η ποιότητα των υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται. Αντίστοιχες ανισότητες διαπιστώνονται και στο σκέλος της χρηματοδότησης, με το φαινόμενο να εμφανίζεται με μεγαλύτερη ένταση σε χώρες με υψηλή ιδιωτική δαπάνη, όπως η Ελλάδα. Η διερεύνηση των ανισοτήτων αυτών που παρουσιάζεται στη συγκεκριμένη έκδοση ευελπιστούμε ότι θα κινητοποιήσει μηχανισμούς παρέμβασης και θα οδηγήσει στην ανάληψη διατομεακών πρωτοβουλιών, προσανατολισμένων τόσο στο σύστημα υγείας όσο και στους παράγοντες που ενοχοποιούνται για τις ανισότητες στην πρόσβαση σε αυτό».
Πηγή :
Κοινωνικές Ανισότητες: Πώς το εισόδημα επιδρά στην Υγεία μας