Εισαγωγή
Τα τελευταία δύο χρόνια, η ανθρωπότητα δοκιμάζεται από την πανδημία COVID-19, η οποία έμελλε να μεταβάλλει τα παγκόσμια δεδομένα. Τόσο η επιστημονική κοινότητα, όσο και κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο, ανέλαβαν πρωταγωνιστικό ρόλο και κλήθηκαν να παρουσιάσουν μία λύση, προκειμένου να επανέλθει η “κανονικότητα”. Πολλές αμφιβολίες εγείρει, ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε και εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται η κατάσταση.
Η πανδημία COVID-19 έχει επιπτώσεις σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινής ζωής. Στο όνομα της προστασίας της δημόσιας υγείας, όλα τα κράτη επέβαλλαν ορισμένα μέτρα, με στόχο τον περιορισμό της έξαρσης της πανδημίας. Οι αμφιβολίες που εκφράστηκαν αφορούσαν τόσο τα μέτρα που ελήφθησαν από τις κυβερνήσεις, όσο και τις λύσεις που έδωσε η επιστημονική κοινότητα: τα εμβόλια. Σε αυτό το πλαίσιο, εγείρεται προβληματισμός για τη συνταγματικότητα ή μη των ληφθέντων μέτρων και για τη πιθανή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έχει ωστόσο βάση αυτός ο διάλογος ή όχι;
Η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου βρίσκεται στο επίκεντρο των νομοθεσιών και των πολιτικών τόσο των κυβερνήσεων, όσο και των περιφερειακών και διεθνών οργανισμών. Εύλογη είναι λοιπόν η απορία πολλών, πώς είναι δυνατόν να λαμβάνονται μέτρα τα οποία περιορίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, και ιδίως το δικαίωμα της ελευθερίας. Ωστόσο, αυτό που δεν είναι ξεκάθαρο είναι η διαφορά μεταξύ του περιορισμού ενός δικαιώματος και της παραβίασης. Καθώς η δημόσια υγεία συνιστά ένα έννομο αγαθό, οι αρμόδιες και νόμιμες αρχές έχουν τόσο το δικαίωμα όσο και την υποχρέωση να λάβουν κάθε δυνατό μέτρο προκειμένου να προστατέψουν αυτό το αγαθό. Έτσι, βάσει Διεθνών Συνθηκών, προβλέπονται περιορισμοί, όταν αυτοί αποσκοπούν στην προστασία υπέρτερων αγαθών.
Διεθνές Επίπεδο
Σε διεθνές επίπεδο, τα ανθρώπινα δικαιώματα προστατεύονται μέσω της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) αποτελεί το βασικό όργανο για την αντιμετώπιση των υγειονομικών κρίσεων. Η Διεθνής Κοινότητα και οι πράξεις της βασίζονται και αυτές, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), σε ένα πνεύμα ενοποίησης και μη διάκρισης, το οποίο απορρέει από τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών (άρθρο 1, παράγραφος 3). Ο ΠΟΥ, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της πανδημίας, υπέγραψε με τη Γραμματεία της Κοινοπολιτείας ένα Σύμφωνο Κατανόησης, με δέσμευση να ενισχύσουν την συνεργασία τους σε ένα ευρύ φάσμα που αφορά θέματα δημόσιας υγείας, με έμφαση την αντιμετώπιση της πανδημίας, τον εμβολιασμό, την ενίσχυσης της υγειονομικής κάλυψης και τη δόμηση ανθεκτικών συστημάτων υγείας.
Περιφερειακό Επίπεδο
Σε περιφερειακό επίπεδο, η Ευρωπαϊκή Ένωση, προσπαθώντας να ενσωματώσει τη μέριμνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε όλες τις πολιτικές και τα προγράμματά της, έχει δεσμευτεί να στηρίζει τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα στις εξωτερικές σχέσεις της, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας και του σεβασμού των δικαιωμάτων, των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου (άρ. 2, 3, 6 και 21 Σύμβασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης [ΣΕΕ] και άρ. 205 Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης [ΣΛΕΕ]). Στη Συνθήκη της Λισαβόνας διευκρινίζεται η κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της ΕΕ και των κρατών-μελών της. Οι εν λόγω αρμοδιότητες διακρίνονται σε αποκλειστικές, συντρέχουσες και υποστηρικτικές. Ένας από τους τομείς που αφορούν οι συντρέχουσες αρμοδιότητες της ΕΕ, είναι ο τομέας της δημόσιας υγείας, σύμφωνα με το άρ. 4 της ΣΛΕΕ (“Οι συντρέχουσες αρμοδιότητες της ΕΕ και των χωρών της αφορούν τους εξής τομείς: […] τις κοινές προκλήσεις για την ασφάλεια στον τομέα της δημόσιας υγείας, με περιορισμό στις πτυχές που καθορίζονται στη ΣΛΕΕ.”). Εξάλλου, η ΕΕ οφείλει, μέσα από τις πολιτικές και τις πρακτικές της, να διασφαλίζει τη δημόσια υγεία, γεγονός που προβλέπεται από το άρθρο 168 (ειδικά παράγραφος 1) της ΣΛΕΕ. Κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή όλων των πολιτικών και δράσεων της Ένωσης, εξασφαλίζεται υψηλού επιπέδου προστασία της υγείας του ανθρώπου. Η δράση της Ένωσης, η οποία συμπληρώνει τις εθνικές πολιτικές, αποβλέπει στη βελτίωση της δημόσιας υγείας, καθώς και στην πρόληψη της ανθρώπινης ασθένειας σε όλες τις μορφές της και στην αποτροπή των πηγών κινδύνου για την σωματική και ψυχική υγεία. Η δράση αυτή καλύπτει την καταπολέμηση των μεγάλων πληγών της ανθρωπότητας στον τομέα της υγείας, ευνοώντας τη διερεύνηση των αιτιών τους, τη μετάδοση και τη πρόληψή τους, καθώς και την ενημέρωση και τη διαπαιδαγώγηση στον τομέα της υγείας, αλλά και την επαγρύπνηση για τις σοβαρές διασυνοριακές απειλές κατά αυτής, την κήρυξη συναγερμού σε περίπτωση τέτοιων απειλών και την καταπολέμησή τους.
Ο ενοποιητικός χαρακτήρας της ΕΕ σε περιπτώσεις κρίσεων
Μέσω του άρθρου 1 της ΣΕΕ προβλέπεται και ο ενοποιητικός χαρακτήρας του εγχειρήματος της ΕΕ, βάσει του οποίου δομήθηκε ένα θεσμικό πλαίσιο το οποίο προβλέπει τη συνεργασία και την ενότητα των κρατών σε όλες τις διαστάσεις της λειτουργίας τους. Αυτό το ενοποιητικό πνεύμα που διέπει την ΕΕ, θέτει την αντιμετώπιση της πανδημίας ως έναν κοινό στόχοτων κρατών μελών. Αυτό περιλαμβάνει και την αντιμετώπιση καταστάσεων και κρίσεων, οι οποίες έχουν πλήξει όχι μόνο ένα κράτος, αλλά το παγκόσμιο σύστημα εξ ολοκλήρου. Μια τέτοια κατάσταση είναι η υγειονομική κρίση της COVID-19. Το ζήτημα που τίθεται είναι εάν ο ενοποιητικός παράγοντας συμβάλλει στην από κοινού αντιμετώπιση μιας κρίσης υγειονομικού χαρακτήρα, η οποία επηρεάζει παράλληλα πολλές διαφορετικές πτυχές της λειτουργίας των κρατών: την οικονομία, την πολιτική και τη συνοχή τόσο στο εσωτερικό των χωρών, όσο και στις μεταξύ τους σχέσεις.
Καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση περιλαμβάνει πολλά κράτη μέλη, το καθένα από τα οποία έχει διαφορετικό πολιτισμό, σύσταση και νόμους, έχει αναπτύξει το δικό της (ενωσιακό) Δίκαιο και δύο βασικές συνθήκες, τη ΣΕΕ και τη ΣΛΕΕ, προκειμένου να καταστεί δυνατή η διακρατική συνεργασία. Η αρχή της διάκρισης αποτελεί ίσως και τη βάση της εφαρμογής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς προτάσσει την ίση εφαρμογή των μέτρων προς όλα τα άτομα. Η αρχή της διάκρισης, λοιπόν, δεν εντοπίζεται μόνο στο εσωτερικό δίκαιο, αλλά σε κάθε σύμβαση, ευρωπαϊκή και οικουμενική. Στη προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 21 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΧΘΔΕΕ), το οποίο αντιστοιχίζεται στο άρθρο 14(1) του Χάρτη, “κάθε διάκριση […] θα απαγορεύεται”.
Βάσει αυτής της αρχής, η Ευρωπαϊκή Ένωση λαμβάνει μέτρα με σκοπό τον περιορισμό της έξαρσης της πανδημίας, συντονίζοντας τις διαγνωστικές στρατηγικές της και διευκολύνοντας την προμήθεια προστατευτικού και ιατρικού εξοπλισμού προς όλα τα κράτη-μέλη. Φυσικά, δεν θα μπορούσε να παραλειφθεί η εμβολιαστική εκστρατεία, στο πλαίσιο της οποίας η ΕΕ προσπάθησε να αναπτύξει μια κοινή προσέγγιση για ασφαλή εμβόλια κατά της COVID-19. Το συγκεκριμένο γεγονός φέρει στο προσκήνιο ένα άλλο ζήτημα, αυτό της κοινωνικής πόλωσης, τόσο στο εσωτερικό του κάθε κράτους μέλους, όσο και στην ΕΕ εν γένει. Αυτή η κοινωνική πόλωση φαίνεται να απειλεί την κοινωνική συνοχή, η οποία αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό του ενοποιητικού στόχου και χαρακτήρα της Ένωσης. Δύο είναι τα “στρατόπεδα” που εμφανίζονται στο μέτωπο αυτής της πόλωσης: αυτό στο οποίο τα άτομα τίθενται υπέρ του εμβολιασμού, αφού το αντιμετωπίζουν σαν το “εισιτήριο” για την έξοδο από την παρούσα υγειονομική κρίση, και αυτό των “αντιεμβολιαστών”, οι οποίοι θεωρούν το εμβόλιο ως ένα ακόμη μέσο των κυβερνήσεων για έλεγχο και καθορισμό του βαθμού ελευθερίας που παρέχεται. Συνοψίζοντας, η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπαθεί να διατηρήσει ακέραιο τον ενοποιητικό της χαρακτήρα. Μέσω των πολιτικών της παρέχει σε όλα τα κράτη προνόμια, τα οποία συνιστούν τη βάση της συνεργασίας των κρατών με την ΕΕ.
Η περίπτωση της Ελλάδας
Καθώς η παρούσα ανάλυση λαμβάνει χώρα στην Ελλάδα, κρίνεται αναγκαίο να μελετηθεί και η περίπτωση της Ελλάδας. Σε συνάρτηση λοιπόν με το διεθνές και περιφερειακό επίπεδο, σε εθνικό επίπεδο (“μια σειρά μέτρων έχει εγκριθεί τα τελευταία χρόνια, στοχεύοντας στην περαιτέρω ενίσχυση του επιπέδου προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα.[…]” Διεθνές Δίκαιο και Ανθρώπινα Δικαιώματα, Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδος στα Ηνωμένα Έθνη, 2012), το Σύνταγμα έχει κατοχυρώσει την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την ισότιμη αντιμετώπιση του ατόμου από το νόμο μέσα από πολλά άρθρα, με πρωταρχικό το άρθρο 4 παρ. 1 (“Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.”). Ωστόσο, το άρθρο το οποίο αποδεικνύει πως κανένα από τα ληφθέντα εκ της κυβέρνησης μέτρα δεν ήταν ούτε αντισυνταγματικό, ούτε αποτέλεσε παραβίαση κάποιου θεμελιωδους δικαιώματος του ανθρώπου, είναι το άρθρο 5 και συγκεκριμένα η ερμηνευτική δήλωση που περιλαμβάνεται σε αυτό. Σύμφωνα με αυτήν, “στην απαγόρευση της παραγράφου 4 δεν περιλαμβάνεται η απαγόρευση της εξόδου με πράξη του εισαγγελέα, εξαιτίας ποινικής δίωξης, ούτε η λήψη μέτρων που επιβάλλονται για την προστασία της δημόσιας υγείας ή της υγείας ασθενών, όπως ο νόμος ορίζει”. Σε αυτό το πλαίσιο, καθίσταται σαφές ότι τα μέτρα που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας συνιστούν περιορισμούς και όχι κάποια παραβίαση.
Δείτε αναλυτικά : https://thesafiablog.com/2022/04/25/pandemics-and-law/