Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) οι κοινωνικοί καθοριστικοί παράγοντες της υγείας ορίζονται ως «μη ιατρικοί παράγοντες, που επηρεάζουν την έκβαση της υγείας», οι οποίοι περιλαμβάνουν «τις συνθήκες εκείνες στις οποίες οι άνθρωποι γεννιούνται και μεγαλώνουν, καθώς και το ευρύτερο σύνολο δυναμικών και συστημάτων, που διαμορφώνουν τις συνθήκες της καθημερινής ζωής».
Στην ογκολογία, αυτοί οι κοινωνικοί παράγοντες περιλαμβάνουν τις οικονομικές πολιτικές και τα συστήματα, την πολιτική δέσμευση και τα αποτελέσματα της, τις κοινωνικές νόρμες – αντιπροσωπεύοντας τη συστημική δύναμη, που είναι ικανή να διαμορφώσει τις συνθήκες, που επηρεάζουν την έκβαση του καρκίνου.
Πολλαπλές περιλήψεις που παρουσιάστηκαν στο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ιατρικής Ογκολογίας (ESMO) 2023 δείχνουν ότι οι αποτελεσματικές αντικαρκινικές θεραπείες δε λειτουργούν σε πλαίσια, που ενυπάρχουν δυσμενείς κοινωνικοί παράγοντες για την υγεία. Οι κοινωνικοί παράγοντες για την υγεία χρειάζεται να κατανοηθούν ως επιπτώσεις άδικων ή ελιτιστικών πολιτικών. Δηλαδή, τα δυσμενή αποτελέσματα στην υγεία δε θα πρέπει να ανάγονται σε εγγενή χαρακτηριστικά (π.χ. εθνικότητα), αλλά σε προερχόμενα από περιβαλλοντικές μεταβλητές, που ωθούν τους ανθρώπους στο περιθώριο μέσω κοινωνικού αποκλεισμού και πολιτικών διάκρισης.
Οι δυσμενείς κοινωνικοί παράγοντες δύναται να αποκαλύψουν πληθυσμούς, που διατρέχουν κίνδυνο αποκλεισμού από τη βασική φροντίδα για τον καρκίνο. Ιδιαίτερα, μια μελέτη επισημαίνει τον καθοριστικό ρόλο των αντίξοων κοινωνικοοικονομικών συνθηκών στην πιθανότητα λήψης θεραπείας για τον καρκίνο, υπογραμμίζοντας παράλληλα τον ουσιώδες αντίκτυπο στην έκβαση της νόσου, που προβάλλει η αργοπορημένη πρόσβαση στη θεραπεία.
Αντίστοιχα, άλλη μελέτη αναδεικνύει ότι τα άτομα που διαμένουν σε χώρες του ΟΟΣΑ (Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης), έχουν μεγαλύτερη συνολική επιβίωση σε σχέση με εκείνους/-ες που κατοικούν σε χώρες εκτός ΟΟΣΑ, ανεξαρτήτως πολιτισμικής ομάδας. Στις χώρες του ΟΟΣΑ συγκαταλέγονται κράτη υψηλού εισοδήματος, με πολιτική δέσμευση για δημοκρατία και δίκαιη υγειονομική περίθαλψη. Ουσιαστικά, καθίσταται ζήτημα ισότητας, που προέρχεται από μη βιολογικούς, μη εγγενείς παράγοντες, ειδικά όσον αφορά τις πολιτισμικές ανισότητες, αποκαλύπτοντας έναν πολιτισμικά αδικαιολόγητο κοινωνικοοικονομικό αποκλεισμό.
Μάλιστα, οι κοινωνικοί παράγοντες επιδεινώνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου και μπορούν να επιδεινωθούν και από τη διάγνωση του. Επί παραδείγματι, η γνώση γύρω από θέματα υγείας καθορίζουν την προληπτική στάση των πολιτών αναφορικά με την πρόληψη του καρκίνου, ενώ η εμπλοκή σε πρακτικές που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου παρατηρείται, όταν δεν έχουν επαρκείς γνώσεις σχετικά με τους παράγοντες κινδύνου για τον καρκίνο. Σε πιο ευάλωτα άτομα (π.χ. νέοι ενήλικες) η επιδείνωση των κοινωνικών παραγόντων από τον καρκίνο μπορεί να αυξήσει τις προγενέστερες κοινωνικοοικονομικές ευπάθειες, όπως τις οικονομικές δυσχέρειες, λόγω αδυναμίας συνέχισης εργασιακής απασχόλησης, με αποτέλεσμα η οικονομική αστάθεια να μειώνει σημαντικά τις πιθανότητες ολοκλήρωσης της βασικής θεραπείας.
Είναι καιρός να ενισχυθεί η αξιολόγηση των κοινωνικών παραγόντων και να ληφθούν υπόψη κατά την αναφορά των ανισοτήτων στην υγεία, καθώς ολοένα και αναδεικνύεται ότι συνιστούν δείκτες άνισων περιβαλλόντων, ικανών να επηρεάσουν την έκβαση του καρκίνου.